Το «Εκστρατευτικόν Σώμα Ελλάδος εις Κορέαν»(ΕΚΣΕ). Πολεμική δράση και καθημερινότητα (Δεκέμβριος 1950 – Ιούλιος 1953)

Σε ολόκληρο το διάστημα των πολεμικών επιχειρήσεων, η ελληνική παρουσία στους κόλπους των συμμαχικών δυνάμεων ήταν σταθερή: συνίστατο από το 13ο Σμήνος της Πολεμικής Αεροπορίας (7 αεροπλάνα C-47 Skytrain γνωστά στην Ελλάδα ως «Ντακότες») κι ένα ενισχυμένο Τάγμα Πεζικού από περίπου 1.000 αξιωματικούς και άνδρες. Στόχος του παρόντος κειμένου είναι να παρουσιάσει όψεις (με έμφαση στο επιχειρησιακό μέρος) της ελληνικής συμμετοχής στον πόλεμο της Κορέας.

Ο μεγαλύτερος όγκος των δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών (τυπικά επιχειρούσαν υπό την αιγίδα του διεθνούς οργανισμού) στην Κορέα, αποτελούνταν από Αμερικανούς (50,3% τον Ιούλιο του 1953), με δεύτερους τους Νοτιοκορεάτες (40,1%). Το υπόλοιπο 9,6% των συμμαχικών στρατευμάτων σχηματίστηκε από μονάδες που συνεισέφεραν η Βρετανία, ο Καναδάς, η Τουρκία, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, η Αιθιοπία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ελλάδα, η Κολομβία, η Ολλανδία, η Ταϊλάνδη, οι Φιλιππίνες και το Λουξεμβούργο (συμμετείχε με διμοιρία 44 ανδρών, μέρος του τάγματος του Βελγίου). Τέλος, πέντε χώρες (Δανία, Ινδία, Ιταλία, Νορβηγία, Σουηδία) συνεισέφεραν με ιατρικές μονάδες εκστρατείας.1 Όπως είναι φανερό, οι Έλληνες ήταν μόνο ένα μικρό κλάσμα μιας μεγαλύτερης πολεμικής μηχανής: υπολογίζεται ότι η αναλογία τους προς τους υπόλοιπους συμμάχους ήταν περίπου 1:768. Παρά τη μικρή αναλογία, οι αξιωματικοί και οι άνδρες του «Εκστρατευτικού Σώματος Ελλάδος εις Κορέαν» (ΕΚΣΕ) ανέπτυξαν αξιοσημείωτη, ενίοτε δε και πραγματικά ηρωική δράση.

H Ελληνική Πολεμική (Βασιλική τότε) Αεροπορία είχε σχετικά ολιγάριθμη συμμετοχή στην Κορέα:2 67 άνδρες, 25 από τους οποίους ήταν ιπτάμενοι. Πρώτος διοικητής του ελληνικού Σμήνους ήταν ο Επισμηναγός Ανδρέας Γκορέγκο.3 Το Σμήνος στάλθηκε αεροπορικώς από την Ελλάδα στην Ιαπωνία και από εκεί στην Κορέα, όπου έφτασε τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου 1950, λίγο προτού καταφθάσει και το υπόλοιπο ΕΚΣΕ. Εντάχθηκε στην 21η Μοίρα Μεταφορών της 347 Πτέρυγας Μάχης της USAF.

Σχεδόν από την επομένη της άφιξής του, το ελληνικό Σμήνος συμμετείχε ενεργά στις επιχειρήσεις διάσωσης της 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας Πεζοναυτών, επιχειρώντας από το πρόχειρο αεροδρόμιο Κ-27. Η επιχείρηση αυτή έγινε με πολύ κακές καιρικές συνθήκες, στις οποίες δεν ήταν συνηθισμένοι οι Έλληνες αεροπόροι. Για τη συμβολή τους στην επιτυχία της επιχείρησης, 19 άνδρες παρασημοφορήθηκαν από τους Αμερικανούς, ενώ το Σμήνος έλαβε Εύφημο Μνεία του Προέδρου των ΗΠΑ. Αργότερα, το Σμήνος τιμήθηκε μεταξύ άλλων και με Εύφημη Μνεία του Προέδρου της Νότιας Κορέας.

Η συμβολή του Ελληνικού Σμήνους στις στρατιωτικές μεταφορές συνεχίστηκε σε ολόκληρη τη διάρκεια του πολέμου. Το Σμήνος είχε επιχειρησιακές απώλειες τριών αεροσκαφών με τα πληρώματά τους (δώδεκα αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, στις 26/5/1951, 22/12/1952, 27/12/1952). Άλλο ένα αεροσκάφος χάθηκε σε ατύχημα. Δύο από τα αυτά αναπληρώθηκαν από την Ελλάδα. Μέχρι το τέλος των πολεμικών επιχειρήσεων, οι Έλληνες αεροπόροι διατήρησαν τη φήμη γενναίων και τολμηρών χειριστών που έφερναν σε πέρας αποστολές που άλλοι δε θα επιχειρούσαν.4

Το σμήνος επαναπατρίσθηκε τον Μάιο του 1955, έπειτα από 2.196 πολεμικές αποστολές, στις οποίες μετέφερε περισσότερους από 70 χιλιάδες άνδρες, 9.743 τραυματίες και περισσότερους από 5.000 τόνους εφοδίων.5

Επρόκειτο για ενισχυμένο Τάγμα, δύναμης περίπου 1.000 ανδρών. Το ΕΚΣΕ δεν ήταν μηχανοκίνητη μονάδα. Διέθετεε συνολικά 60 περίπου οχήματα: 40 τζίπ ¼ τόνου, 25 φορτηγά είτε ¾ τόνου («Καναδέζες» ήταν ο όρος που χρησιμοποιούνταν στον ελληνικό στρατό), είτε 3 τόνων (τα γνωστά μας «Τζέημς»). Αυτά τα οχήματα συμπληρώνονταν με αμερικανικά μέσα όταν χρειαζόταν. Όταν υπήρχε δυνατότητα ή ανάγκη, το ΕΚΣΕ μεταφερόταν κάνοντας χρήση του νοτιοκορεατικού σιδηροδρομικού δικτύου.

Στον πόλεμο της Κορέας, ο εξοπλισμός, τα τρόφιμα και τα πυρομαχικά της συντριπτικής πλειοψηφίας των μη αμερικανικών μονάδων παρεχόταν από τους Αμερικανούς.6 Εξοπλισμός, οπλισμός και στολές ήταν κατά κανόνα σχεδίασης και παραγωγής του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Υπήρχε συμφωνία ότι κάθε χώρα θα πλήρωνε στην κυβέρνηση των ΗΠΑ $14,70 ημερησίως για τα εφόδια και τα άλλα χρειώδη που παρέχονταν για κάθε στρατιώτη που συνεισέφερε. Ωστόσο, η ρύθμιση του χρέους αναβλήθηκε για την επαύριο της υπογραφής της ανακωχής.7

Ο κορεατικός χειμώνας μπορεί να είναι πολύ βαρύς. Μια μαρτυρία στρατιώτη του ΕΚΣΕ αναφέρει ότι την πρώτη νύχτα στην Κορέα ακόμα, και με τρεις κουβέρτες και χοντρά ρούχα, «ήταν αδύνατο να κοιμηθούμε […] ζαρώναμε ο ένας πολύ κοντά στον άλλο για να μην πεθάνουμε από το κρύο».8 Σε άλλη μαρτυρία σημειώνεται ότι οι Έλληνες στρατιώτες αντιμετώπισαν αμέσως πολύ κρύο, «ψιλό και διαπεραστικό, παγώνει κυρίως τα κάτω άκρα».9 Οι καιρικές συνθήκες στην Κορέα ήταν τόσο ακραίες, που το 1951 ο Αμερικανικός Στρατός σχεδίασε και εισήγαγε νέα στολή (Μ-1951 Cold Wet Field Combat Uniform), ειδικά προκειμένου να αντιμετωπίσει τον υγρό και κρύο καιρό. Η στολή αυτή επέτρεπε στους στρατιώτες να πολεμούν όσο το δυνατόν καλύτερα κάτω ακραίο κρύο. Περιλάμβανε ρούχα σε πολλές επάλληλες στρώσεις, καλύμματα κεφαλής, γάντια και μπότες που φοριούνταν πάνω από τα άρβυλα (οι Αμερικανοί τις ονόμασαν “Mickey Mouse Boots”, πιθανώς εξαιτίας της ομοιότητας τους με τα υποδήματα του γνωστού χαρακτήρα του Disney).10

Εξαρχής με την άφιξη του ΕΚΣΕ, διανεμήθηκαν στους Έλληνες υπνόσακοι (sleeping bags), είδος άγνωστο στην Ελλάδα της εποχής. Ήταν αδιάβροχοι, με κάλυμμα για το πρόσωπο και παραγεμισμένοι με πούπουλα που εξασφάλιζαν ζεστό ύπνο. Όπως σημειώνει μια μαρτυρία «άμα μπαίναμε μέσα στα σλίπινγκμπάγκ τα ξεχνούσαμε όλα».11 Παρόλα αυτά τα μέτρα, ο πρώτος νεκρός του ΕΚΣΕ ήταν από το κρύο: τη νύχτα της 4ης προς την 5η Ιανουαρίου 1951, ο διαβιβαστής Σταύρος Δρακόπουλος πέθανε από συγκοπή λόγω του κρύου, επειδή «κατεκλίθη χωρίς να κλείσει ολοσχερώς και μέχρι της κεφαλής του τον υπνόσακκον».12 Όταν τον βρήκαν το πρωί ήταν παγωμένος.

Στο ΕΚΣΕ παραχωρήθηκε φορητός οπλισμός ταυτόχρονα με την άφιξή του στην Κορέα. Ο οπλισμός ήταν αμερικανικής προέλευσης: τυφέκια Μ1, πιστόλια Browning 0.45, όλμοι των 81 και των 60 χιλ., πυροβόλα άνευ οπισθοδρομήσεως (ΠΑΟ) των 75 (τα γνωστά τότε «μπαζούκας»), πολυβόλα Browning, φλογοβόλα κλπ. Τα πυρομαχικά, η διοικητική μέριμνα, oι ανάγκες σε υποστήριξη από άρματα, πυροβολικό και αεροπορία παρέχονταν από τους Αμερικανούς.

Πριν από την άφιξη του ΕΚΣΕ, ο πόλεμος της Κορέας ήταν πόλεμος κινήσεων. Η βορειοκορεατική επίθεση (25 Ιουνίου 1950) οδήγησε στην κατάρρευση του νοτιοκορεατικού στρατού, που με τη σειρά της ανάγκασε του Αμερικανούς να εμπλακούν ενεργότερα στη σύγκρουση. Τότε επιχειρήθηκε ο σχηματισμός της διεθνούς συμμαχίας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και ζητήθηκε στρατιωτική συμβολή από τα κράτη-μέλη.

Αρχιστράτηγος των δυνάμεων του ΟΗΕ ορίστηκε ο Αμερικανός στρατηγός Douglas MacArthur, διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στην Ιαπωνία. O MacArthur, ήδη γνωστός από τη δράση του κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενίσχυσε ταχύτατα τις διαθέσιμες δυνάμεις του αμερικανικού στρατού, ναυτικού και αεροπορίας. Οι δύο τελευταίοι κλάδοι ασκούσαν στην ουσία τον έλεγχο της θάλασσας και του αέρα στην Κορέα, γεγονός που εξασφάλιζε ελευθερία κινήσεων στους συμμάχους. Όμως, στο πεδίο της μάχης, ο στρατός αντιμετώπιζε την κατάρρευση των Νοτιοκορεατών και το ενδεχόμενο να αναγκαστούν οι Αμερικανοί να εκκενώσουν τελικά την Κορέα. Διοικητής της Αμερικανικής 8ης Στρατιάς στην Κορέα ήταν ο Στρατηγός W.Η. Walker. Ο Walker σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στις 23 Δεκεμβρίου 1950 και αντικαταστάθηκε από τον Στρατηγό Matthew Ridgeway.

H παρέμβαση του MacArthur στην κορεατική σύγκρουση υπήρξε καθοριστική: στο διάστημα Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 1950, οι αμερικανικές δυνάμειςς ενισχύθηκαν και τα υπολείμματα του νοτιοκορεατικού στρατού αναδιοργανώθηκαν και αμύνθηκαν αποτελεσματικά. Οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους είχαν συμπτυχθεί στην περίμετρο του Πουσάν, απ’ όπου απέκρουαν τις επιθέσεις των Βορειοκορεατών. Το γεγονός εκείνο που άλλαξε την πορεία του πολέμου ήταν η απόφαση του Αρχιστράτηγου για μεγάλη αποβατική επιχείρηση κοντά στην Σεούλ, στο λιμάνι της Ιντσόν (Incheon), στα νώτα του βορειοκορεατικού στρατού. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1950. Εκτός από το λιμάνι της Incheon, καταλήφθηκε και το Kimpo (Κίμπο), το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της Νότιας Κορέας, το οποίο και τέθηκε σε λειτουργία από τους Αμερικανούς και τους Συμμάχους ήδη από τις 18 Σεπτεμβρίου. Ήταν μια σχετικά εύκολη νίκη που ανέβασε το ηθικό των δυνάμεων του ΟΗΕ. Η επιτυχημένη αυτή κίνηση, οδήγησε στην ανακατάληψη της Σεούλ (28/9/1950), όπου μετέφερε εκ νέου την πρωτεύουσά του ο Syngman Rhee, πρόεδρος της Νότιας Κορέας. Παράλληλα με την εκδήλωση της απόβασης στην Ιντσόν, η 8η Στρατιά εξαπέλυσε επίθεση από την περίμετρο του Πουσάν (16/9/1950), που σε λίγες μόνο μέρες (19/9/1950) έτρεψε τον εχθρό σε υποχώρηση. Οι βορειοκορεατικές δυνάμεις, μακριά από τις βάσεις τους και με την αμερικανική πολεμική αεροπορία να σφυροκοπά τις γραμμές άμυνας, τις ενισχύσεις και τον ανεφοδιασμό τους, υποχώρησαν προς τον 38ο Παράλληλο, το συμβατικό σύνορο μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας. Η 8η Στρατιά προωθήθηκε ταχύτατα από το Πουσάν: όταν συνενώθηκε με το Χ Αμερικανικό Σώμα Στρατού στην Ιντσόν στις 7 Οκτωβρίου 1950, η 8η Στρατιά είχε εγκλωβίσει 6 εχθρικές μεραρχίες στο έδαφος της Νότιας Κορέας. Το δίλημμα τώρα ήταν κατά πόσον οι Αμερικανοί θα συνέχιζαν την καταδίωξη προς Βορρά ή αν θα σταματούσαν στον 38ο Παράλληλο. Στις 7 Οκτωβρίου 1950 λήφθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ η απόφαση να εξουσιοδοτηθεί ο MacArthur να συνεχίσει την καταδίωξη μέσα στο έδαφος της Βόρειας Κορέας. Η επιλογή αυτή έμελλε να αποδειχθεί μοιραία για την επιμήκυνση και τη διεύρυνση της σύγκρουσης.

Η προέλαση των δυνάμεων του ΟΗΕ προς Βορρά, πέραν του 38ου Παράλληλου, έγινε πολύ γρήγορα. Στις 10 Οκτωβρίου κατέλαβαν το λιμάνι του Βονσάν (Wonsan) βαθιά μέσα στο έδαφος της Βόρειας Κορέας. Στο τέλος του μήνα, στο ανατολικό τμήμα του μετώπου οι Αμερικανοί και οι Σύμμαχοι έβλεπαν τον ποταμό Γιαλού (Yalu), το φυσικό σύνορο της Βόρειας Κορέας με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας· στο υπόλοιπο μέτωπο είχαν φθάσει 60 έως 80 χιλιόμετρα μακριά του. To τέλος του πολέμου φάνταζε προσιτό, κάτι που όμως θα αποδεικνυόταν απατηλό.

Ο Στάλιν είχε αρχικά αρνηθεί να υποσχεθεί βοήθεια στη Βόρεια Κορέα. Δυτικοί αναλυτές θεωρούσαν ότι το κομμουνιστικό στρατόπεδο ήταν μονολιθικό και ελεγχόταν απόλυτα από την ΕΣΣΔ. Λίγοι στη Δύση προέβλεπαν μια κινεζική παρέμβαση. Στις 15 Οκτωβρίου 1950, σε συνάντηση με τον πρόεδρο Truman, ο MacArthur εξέφρασε την εκτίμηση πως η Κίνα δεν θα επενέβαινε και ότι ο πόλεμος θα τελείωνε μέχρι τα Χριστούγεννα.

Ο Αμερικανός Αρχιστράτηγος ζητούσε την άδεια να καταδιώξει και να καταστρέψει τον εχθρό ακόμα και εντός του κινεζικού εδάφους, ή τουλάχιστον να βομβαρδίσει τις βάσεις ανεφοδιασμού των βορειοκορεατών στην Κίνα και τις γέφυρες του ποταμού Γιαλού. Αυτά, παρά τις πληροφορίες ότι ισχυρές κινεζικές δυνάμεις είχαν συγκεντρωθεί στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα εν αναμονή της εντολής να παρέμβουν στη σύγκρουση. Αγνοώντας τις προειδοποιήσεις, ο MacArthur και το επιτελείο του συνέχισαν την προέλαση, ακόμη και όταν ενημερώθηκαν από την Ινδία (είχε αναγνωρίσει το νέο καθεστώς και συνάψει πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με το Πεκίνο) ότι υπήρχε εντολή του Μάο να παρέμβουν στην Κορέα κινεζικά στρατεύματα.

Στις 19 Οκτωβρίου, με κάθε μυστικότητα, 260.000 Κινέζοι είχαν περάσει τον ποταμό Γιαλού· το επιτελείο του Αμερικανού Αρχιστράτηγου επέλεξε να αποκρύψει το γεγονός. Στις 25 Οκτωβρίου, οι Αμερικανοί αντιμετώπισαν για πρώτη φορά Κινέζους στρατιώτες στη μάχη του Unsan. Η μάχη τελείωσε με νίκη για τους Κινέζους, που όμως εν συνεχεία υποχώρησαν και σκορπίστηκαν στον ορεινό περίγυρο. Ένα μήνα αργότερα, στις 25 Νοεμβρίου 1950, οι Κινέζοι επιτέθηκαν μαζικά. Ο MacArthur αιφνιδιασμένος (ως μη όφειλε), υποχρεώθηκε να διατάξει γενική υποχώρηση. Τμήμα του αμερικανικού και του νοτιοκορεατικού στρατού αποκόπηκε από την κινεζική προέλαση στην περιοχή του λιμανιού του Hungnam και κατόπιν εκκενώθηκε δια θαλάσσης στο Pusan. Η Πιονγκ Γιάνγκ (Pyong Yang), πρωτεύουσα της Βόρειας Κορέας, ανακαταλήφθηκε από τους Κινέζους και τους Βορειοκορεάτες. Μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 1950, η υποχώρηση των Συμμάχων είχε ολοκληρωθεί. Η νέα γραμμή άμυνας σταθεροποιήθηκε εκ νέου νότια του 38ου Παραλλήλου. Σε αυτήν ακριβώς τη χρονική συγκυρία αφίχθησαν στην Κορέα οι Έλληνες στρατιώτες.13

Το ελληνικό Τάγμα έφτασε στο Πουσάν στις 9 Δεκεμβρίου 1950 και υπήχθη στο 7ο Αμερικανικό Σύνταγμα της 1ης Αμερικανικής Μεραρχίας Ιππικού. Η Μεραρχία αυτή ήταν μέρος της 8ης Στρατιάς και ανήκε επιχειρησιακώς στο ΙΧ Αμερικανικό Σώμα Στρατού. Αργότερα, στις 28 Νοεμβρίου 1951, το ΕΚΣΕ υπήχθη στην 3η Αμερικανική Μεραρχία Πεζικού, αρχικά ως μέρος του 65ου Αμερικανικού Συντάγματος Πεζικού. Αργότερα, για ολόκληρο το διάστημα από τις 4 Ιανουαρίου 1952 έως και την ανακωχή, το ΕΚΣΕ ήταν μέρος του 15ου Αμερικανικού Συντάγματος Πεζικού.14 Στο Αμερικανικό Σύνταγμα, οι τρεις Λόχοι ονομάστηκαν Ν (1ος), Ο (2ος) και P (3ος), Q ο Λόχος βαρέων όπλων και R το τμήμα διοικήσεως.

Το ΕΚΣΕ έλαβε διάφορα ονόματα από τους Αμερικανούς συμπολεμιστές του (ίσως και από τους Αμερικανούς δημοσιογράφους). Τέτοια ονόματα είναι Skirmish[ers] Black (Μαύροι Ακροβολιστές) και το 1953, Sparta[ns] Battallion (Τάγμα Σπαρτιατών). Εικάζουμε ότι τη χρήση αυτή ενθάρρυνε ο Γεώργιος Κουμανάκος, Λάκωνας διοικητής του το 1953.

Έπειτα από μερικές μέρες διαμονής σε στρατόπεδο υποδοχής, το ελληνικό Τάγμα μεταφέρθηκε σιδηροδρομικώς (οδικώς τα οχήματα), πρώτα στην πόλη Σουβόν, όπου γιόρτασε τα Χριστούγεννα, και κατόπιν, στις 30 Δεκεμβρίου 1950, στη Σεούλ (εκεί βρισκόταν την Πρωτοχρονιά του 1951).15 Λίγο μετά την άφιξή του, στο διάστημα Δεκεμβρίου 1950 – Ιανουαρίου 1951, το ΕΚΣΕ συμμετείχε στη μεγάλη υποχώρηση των δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών. Το Τάγμα βρέθηκε σε αρκετά δύσκολη θέση. Παρέμεινε σε αμυντική διάταξη ως τις 3 Ιανουαρίου 1951, οπότε δόθηκε διαταγή σύμπτυξης και εγκατάλειψη της Σεούλ.

Η πρωτεύουσα της Νότιας Κορέας καταλήφθηκε από τις κινεζικές και βορειοκορεατικές δυνάμεις στις 4 Ιανουαρίου. Το ΕΚΣΕ πήρε θέσεις στην κύρια γραμμή άμυνας. Ως τις 23 Ιανουαρίου ασχολήθηκε με επιχειρήσεις κατά των Βορειοκορεατών ανταρτών και με την προστασία των γραμμών επικοινωνίας. Στις 24 Ιανουαρίου 1951, οι κινεζικές δυνάμεις πέτυχαν τη μέγιστη διείσδυσή τους στο έδαφος της Νότιας Κορέας από την εποχή της περιμέτρου τού Πουσάν. Μια επανάληψη των γεγονότων της αρχής του πολέμου ήταν ορατή.16 Περαιτέρω υποχώρηση στο κεντρικό τμήμα της Νότιας Κορέας και ακόμα νοτιότερα, στο Daegu, επίσης δεν αποκλειόταν. Ανάμεσα στους Aμερικανούς αξιωματικούς κυκλοφορούσαν φανερά σχέδια υποχώρησης, ακόμα και εκκένωσης της Κορέας. Η ανάληψη καθηκόντων από τον Mathew Ridgeway ως διοικητή της 8ης Στρατιάς, στις 23 Δεκεμβρίου 1950, προσέδωσε εκ νέου την πρωτοβουλία στους Συμμάχους, όχι όμως άμεσα.

H αναβάθμισή του στην Αρχιστρατηγία στις 11 Απριλίου 1951, μετέβαλε ακόμα περισσότερο τη ροή του πολέμου. Οι απόψεις του MacArthur ήταν ριζοσπαστικές: συνέχιση του πολέμου, ακόμα και μέσα στην Κίνα ακόμη και προσφυγή σε χρήση πυρηνικών όπλων στην Κορέα. Προφανώς απειλούσαν την παγκόσμια ειρήνη. Η διεθνής ανησυχία για το ενδεχόμενο αυτό, έπεισε τον Truman να τον απομακρύνει. Η διοίκηση της 8ης Στρατιάς ανατέθηκε στον Στρατηγό James Van Fleet, γνωστό στους Έλληνες από τη θητεία του στον ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο. Υπό τον Ridgeway, οι Σύμμαχοι αντεπιτέθηκαν και θα απώθησαν τις κινεζικές και βορειοκορεατικές δυνάμεις πάλι βόρεια του 38ου Παραλλήλου. Από σειρά συγκρούσεων προέκυψε μια νέα γραμμή αντιπαράθεσης στις 30 Απριλίου 1951. Τον Σεπτέμβριο, η γραμμή παγιώθηκε λίγο βορειότερα του 38ου Παραλλήλου. Ο πόλεμος κινήσεων στην Κορέα μετεξελίχθηκε εφεξής σε πόλεμο θέσεων, σύμφωνα με το πρότυπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Στο διάστημα Δεκεμβρίου 1950 – Ιανουαρίου 1951, το ΕΚΣΕ δε ενεπλάκη σε μεγάλης κλίμακας συγκρούσεις. Ανέλαβε μόνο κάποιες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις κατά βορειοκορεατών ανταρτών στα μετόπισθεν της γραμμής άμυνας των Η.Ε., έτσι ώστε να εκπαιδευθεί. Ίσως η καθυστέρηση οφείλεται και στα διδάγματα που αποκόμισε η ηγεσία του Αμερικανικού Στρατού από την εσπευσμένη εμπλοκή της τουρκικής ταξιαρχίας στις επιχειρήσεις ανάσχεσης της κινεζικής επίθεσης, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1950.17 Τα προβλήματα αυτά έδειξαν ότι ήταν απαραίτητος ο εξοπλισμός, αλλά κυρίως η πληρέστερη εκπαίδευση των μονάδων, πριν από την εμπλοκή τους στις επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την επίσημη ιστορία του αμερικανικού στρατού, το ελληνικό Τάγμα (όπως και το αντίστοιχο των Φιλιππίνων) ήταν μονάδες εξοικειωμένες με τον αμερικανικό εξοπλισμό, το στρατηγικό δόγμα κλπ.18

Η πρώτη σημαντική επιχείρηση στην οποία συμμετείχε το ΕΚΣΕ υπήρξε η μάχη του υψώματος 381 στις 29-30 Ιανουαρίου 1951, στην περιοχή Wonju.19 Στη μάχη αυτή κατόρθωσε να αποκρούσει νυκτερινές επιθέσεις πολλαπλάσιων εχθρών (οι επιτιθέμενοι υπολογίστηκαν σε τρεις χιλιάδες!). Κάποια στιγμή η επικοινωνία του Τάγματος με τη γραμμή άμυνας είχε διακοπεί και υπήρχε φόβος ότι ο λόφος καταλήφθηκε. Ένας βετεράνος της μάχης περιγράφει: «από ένα σημείο και έπειτα είχαμε σχεδόν πιαστεί στα χέρια με τους Κινέζους. Ανταλλάσσαμε πυρά από απόσταση λίγων μέτρων».20 To έδαφος κρατήθηκε με αρκετά βαρύ τίμημα: 10 νεκρούς (1 αξιωματικός και 9 οπλίτες), 13 τραυματίες (μεταξύ τους 3 αξιωματικοί) και έναν αγνοούμενο. Άλλοι 5 τραυματίες δεν θέλησαν να μεταφερθούν στο νοσοκομείο. Στη μάχη σκοτώθηκε ο διμοιρίτης της 3ης Διμοιρίας και τραυματίστηκαν ο διοικητής του λόχου και άλλος ένας αξιωματικός καθώς και ο Αμερικανός αξιωματικός παρατηρητής πυροβολικού στον λόφο. Η πρώτη αυτή μάχη αποκάλυψε στο ΕΚΣΕ τον τρόπο πολέμου των Κινέζων. Στα λάφυρα που περισυλλέχθηκαν ήταν και πολλές μικρές «σάλπιγγες διοικήσεως» που χρησιμοποιούνταν για να δίνονται συνθήματα στους Κινέζους στρατιώτες. Για την επιτυχημένη άμυνα του, το ΕΚΣΕ δέχθηκε συγχαρητήρια από τον διοικητή του 7ου Αμερικανικού Συντάγματος Ιππικού Συνταγματάρχη Harris και από τον διοικητή της 8ης Στρατιάς Στρατηγό Mathew Ridgeway.

Στις 24 Ιανουαρίου 1951, είχε ξεκινήσει νέα επιθετική προσπάθεια των δυνάμεων του ΟΗΕ, η οποία οδήγησε τελικά στην ανακατάληψη της Σεούλ (14 Μαρτίου). Οι τύχες του πολέμου φαίνονταν να αλλάζουν εκ νέου υπέρ των Συμμάχων.

Από τα μέσα Ιουλίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου 1951, το μέτωπο ήταν μάλλον στάσιμο. Μικρές συγκρούσεις, μονομαχίες πυροβολικού και ανταλαγές όλμων ήταν η κύριες μορφές μάχης. Η επόμενη μεγάλη σύγκρουση στην οποία έλαβε μέρος το ΕΚΣΕ, ήταν η μάχη του υψώματος 313, γνωστού ως Scotch, στο δυτικό τμήμα του κεντρικού τομέα του μετώπου, στις 3 και 4 Οκτωβρίου 1951. Η ενέργεια αποτελούσε μέρος μεγάλης κλίμακας επιχείρησης με την επωνυμία Commando με σκοπό την κατάληψη νέας προχωρημένης γραμμής άμυνας με το όνομα Jamestown. Το ΕΚΣΕ συνέπραττε με το 2ο και το 3ο Τάγμα του 7ου Αμερικανικού Συντάγματος (του οποίου ήταν το 4ο Τάγμα). Τα αμερικανικά Τάγματα επιτέθηκαν στο μέτωπο στα αριστερά και στα δεξιά του ελληνικού. Η μορφολογία του εδάφους στο Scotch το καθιστούσε ιδανικό για άμυνα, αλλά ακατάλληλο για επίθεση: λίγα ήταν τα σημεία απ’ όπου μπορούσε να εκδηλωθεί επίθεση, ειδικά εάν -όπως συνέβαινε- ο εχθρός είχε προπαρασκευασμένες αμυντικές θέσεις. Το Τάγμα έφτασε στον στόχο του έπειτα από δύο επιθέσεις στις 3 και στις 4 Οκτωβρίου, αλλά οι Κινέζοι συνέχισαν να αντιστέκονται σθεναρά. To ΕΚΣΕ υποχώρησε προς στιγμή και ζήτησε υποστήριξη από το πυροβολικό και την αεροπορία. Το ύψωμα καταλήφθηκε στις 5 Οκτωβρίου, ενώ η χωρίς αντίσταση κατάληψη γειτονικού υψώματος, του Neb, αποκάλυψε ότι ο εχθρός υποχωρούσε. Αυτή η τριήμερη μάχη υπήρξε η πλέον πολύνεκρη για το ΕΚΣΕ σε ολόκληρο τον Πόλεμο της Κορέας: 28 νεκροί (ανάμεσά τους 3 αξιωματικοί) και 87 τραυματίες (2 αξιωματικοί και 85 οπλίτες).21 Για τη δράση του στη μάχη του Scotch, στο ΕΚΣΕ απονεμήθηκε η Προεδρική Διαμνημόνευση Μονάδας του Προέδρου Κορέας (Presidential Unit Citation) στις 24 Μαρτίου 1951.22

Το μεγαλύτερο μέρος του Νοεμβρίου και του Δεκεμβρίου 1951 ήταν για το ΕΚΣΕ περίοδος ενεργής άμυνας (active defence). Ακολούθησαν οι μάχες στην περιοχή των υψωμάτων Kelly, Big Nori και Little Nori τον Σεπτέμβριο του 1952.23 Όλα τα υψώματα βρίσκονται στην περιοχή του ανατολικότερου από δύο μεγάλους μαιάνδρους του ποταμού Imjin, στην απέναντι όχθη από εκείνη όπου βρισκόταν το Τάγμα. Η επίθεση για ανακατάληψη του υψώματος Kelly στις 23 Σεπτεμβρίου 1952, επρόκειτο να λάβει χώρα μόνο εφόσον αμερικανικά τμήματα αποτύγχαναν να το καταλάβουν. Η επιχείρηση προετοιμάστηκε και μέρος του τάγματος μεταφέρθηκε στη γραμμή επίθεσης, αλλά η συμμετοχή του ΕΚΣΕ ματαιώθηκε με διαταγή από την Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση. Στις 25 Σεπτεμβρίου, με διαταγή του προϊσταμένου 65ου Αμερικανικού Συντάγματος, το ΕΚΣΕ κλήθηκε να επιτεθεί στο ύψωμα Μεγάλο Nori. Το Μικρό και το Μεγάλο Nori χωρίζονται από μια χαράδρα που ελεγχόταν από τα πυρά των υπερασπιστών του Μεγάλου Nori. Από το μέσο της διαδρομής προς την κορυφή του λόφου, το έδαφος είναι άγονο και παρουσιάζει μεγάλη κλίση. Για την επίθεση στο Μεγάλο Nori οι άνδρες του ΕΚΣΕ έπρεπε να περάσουν τον ορμητικό και βαθύ ποταμό Imjin χρησιμοποιώντας δύο πορθμεία, ένα κοντά στο Μικρό Nori και ένα ανατολικά των θέσεών του. Το Τάγμα επιτέθηκε το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου και κατέλαβε το ύψωμα με γρήγορη επίθεση και μάχη σώμα με σώμα με τους υπερασπιστές του. Ξεκίνησε αμέσως να οργανώνει αμυντικά το ύψωμα, αλλά προτού προλάβει να ολοκληρώσει την προσπάθεια ξεκίνησε βροχή βλημάτων πυροβολικού από τους Κινέζους. Η επίσημη ιστορία αναφέρει ότι «το γυμνόν ύψωμα απετέλει ήδη βληματοδόχον των εχθρικών πυρών».24 Ακολούθησαν τρεις κινεζικές αντεπιθέσεις, τις οποίες το Τάγμα απέκρουσε με τη βοήθεια της αεροπορίας. Στη διάρκεια της τέταρτης επίθεσης, η αεροπορική υποστήριξη έπληξε κατά λάθος τα ελληνικά τμήματα. Αυτό προκάλεσε, εκτός από απώλειες, και την αναδίπλωση του Τάγματος, στους πρόποδες του Μεγάλου Nori. Με νυκτερινή επίθεση κατάφερε να το ανακαταλάβει γύρω στις 02.00 της επομένης, αλλά η κινεζική αντίδραση (έντονος βομβαρδισμός με πυροβολικό και όλμους) ανάγκασαν το προϊστάμενο Σύνταγμα να διατάξει τη λήξη της επιχείρησης, διατηρώντας το Μικρό Nori. Στη διάρκεια της επιχείρησης υπολογίζεται ότι 3.000 βλήματα πυροβολικού και όλμων έπληξαν τον λόφο.25 Οι απώλειες ήταν 16 νεκροί (οι δύο αξιωματικοί) και 27 τραυματίες (3 αξιωματικοί).

Στη συνέχεια το ΕΚΣΕ συμμετείχε στις επιχειρήσεις, μετακινούμενο σε διάφορα σημεία του μετώπου, ανάλογα με τις διαταγές που δίνονταν. Εξαίρεση αποτέλεσαν μικρά διαλείμματα, όταν το Τάγμα ορίσθηκε εφεδρεία Συντάγματος ή Μεραρχίας.26 Το μεγαλύτερο διάστημα, στη διάρκεια του οποίου παρέμεινε εκτός μάχης, ήταν η περίοδος από το τέλος Απριλίου έως το τέλος Ιουλίου 1952. Για μέρος του χρόνου αυτού (από το τέλος Μαΐου έως τις αρχές Ιουλίου), ο 1ος Λόχος του Τάγματος μεταφέρθηκε μαζί με Καναδικά και Βρετανικά τμήματα στο νησί Koje-Do, στη νότια ακτή της Κορέας, όπου χρησιμοποιήθηκε για την καταστολή της ανταρσίας των αιχμαλώτων πολέμου που κρατούνταν στο εκεί τεραστίων διαστάσεων στρατόπεδο.27 Στις 8 Μαϊου 1952, ο διοικητής του ΕΚΣΕ και μια διμοιρία αντιπροσώπευσαν την Ελλάδα στην παράδοση της διοίκησης των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Άπω Ανατολή από τον Στρατηγό Ridgeway στον στρατηγό Mark Clark. Στις 20-21 Ιουνίου επισκέφθηκε και επιθεώρησε το ΕΚΣΕ ο Αντιστράτηγος Θρασύβουλος Τσακαλώτος, Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Ελλάδας.

Το ΕΚΣΕ παρέμεινε σε εφεδρεία, από κοινού με ολόκληρη την 3η Μεραρχία, από τις 30 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 29 Οκτωβρίου 1952. Τις τελευταίες μέρες του Οκτωβρίου, είχε εγκατασταθεί στη λεγόμενη γραμμή Missouri, η οποία με κάποιες αλλαγές έμελλε να γίνει η βάση για τη γραμμή κατάπαυσης του πυρός και τη σημερινή αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη (Demilitarized Zone – DMZ).

Για τις αντίπαλες πλευρές, ο πόλεμος είχε μετατραπεί από πόλεμο κινήσεων σε πόλεμο θέσεων (και φθοράς). Οι συνθήκες παρέπεμπαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, και συγκεκριμένα στο μέτωπο της Φλάνδρας, όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε ο Στρατάρχης Alexander, βετεράνος ο ίδιος και του πολέμου αυτού.28 Από τη σταθεροποίηση του μετώπου και εξής, η γραμμή Missouri ήταν η κύρια γραμμή άμυνας. Νοτιότερα βρισκόταν η γραμμή Wyoming, η τοποθεσία ανασχέσεως σε περίπτωση διάσπασης του μετώπου. Ακόμη νοτιότερα βρισκόταν η δεύτερη τοποθεσία αντιστάσεως, η γραμμή Kansas. Σε κάθε περίπτωση, στο τέλος του 1952 οι δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών είχαν συμπτυχθεί και σταθεροποιήσει τη γραμμή που κρατούσαν. Μαζί τους και το ΕΚΣΕ.

Σε ολόκληρο το διάστημα από τις αρχές του 1953 έως και την ανακωχή, το ΕΚΣΕ παρέμεινε στον κεντρικό τομέα του μετώπου, στον χώρο ευθύνης της 3ης Αμερικανικής Μεραρχίας Πεζικού (και του 15ου Αμερικανικού Συντάγματος Πεζικού), δηλαδή στην περιοχή μεταξύ του «Σιδερένιου Τριγώνου»29 στα ανατολικά και της περιοχής Τσορβόν (Tchorwon) στα δυτικά. Ο όρος «Σιδερένιο Τρίγωνο» (Iron Triangle) περιγράφει μια περιοχή με σχετικά επίπεδο έδαφος που ορίζεται από τις πόλεις Pyongyang, Chorwon και Kumhwa. Βρίσκεται περίπου 45 χιλιόμετρα βόρεια του 38ου Παραλλήλου και περίπου 100 χιλιόμετρα βόρεια-βόρειοανατολικά της Σεούλ. Την περιοχή του «Σιδερένιου Τριγώνου» διέσχιζε μια από τις κεντρικές αρτηρίες που συνέδεαν τον Βορρά με την νοτιοκορεατική πρωτεύουσα. Για ένα διάστημα, από τις 19 Δεκεμβρίου 1952 έως τις 29 Ιανουαρίου 1953, το ΕΚΣΕ ανέμενε διαταγές ευρισκόμενο σε εφεδρεία,30 αλλά επέστρεψε στην πρώτη γραμμή και παρέμεινε εκεί με μικρές διακοπές μέχρι το τέλος του πολέμου. Επομένως, συμμετείχε στις τελευταίες μεγάλες μάχες, τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1953, μάχες έντασης τέτοιου μεγέθους που δεν είχε παρουσιασθεί από τον Απρίλιο του 1951.31

Στη γραμμή Missouri στις αρχές του 1953 βρίσκονταν περίπου 1,5 εκατ. άνδρες και από τις δύο πλευρές. Η 8η Στρατιά, όπου ανήκαν οι αμερικανικές, νοτιοκορεατικές και λοιπές συμμαχικές δυνάμεις, απαρτιζόταν από 16 Μεραρχίες (11 Νοτιοκορεατικές, 3 Αμερικανικές, 1 Αμερικανών Πεζοναυτών, 1 Βρετανικής Κοινοπολιτείας) και 4 Μεραρχίες σε εφεδρεία (1 Νοτιοκορεατική και 3 Αμερικανικές).

32Απέναντί τους ήταν συγκεντρωμένες 7 Κινεζικές Στρατιές και 2 Βορειοκορεατικά Σώματα Στρατού (με άλλες 11 Κινεζικές Στρατιές και 2 Βορειοκορεατικά Σώματα Στρατού σε εφεδρεία). Οι συμμαχικές δυνάμεις (μαζί με τις μονάδες υποστήριξης) αριθμούσαν περίπου 768.000 άνδρες. Από αυτούς μόνο 28.000 δεν ήταν Αμερικανοί ή Νοτιοκορεάτες, αριθμός που περιλαμβάνει και τους περίπου 1.000 Έλληνες. Οι αντίπαλοι, Βορειοκορεάτες και Κινέζοι, υπολογίζονται σε άνω των 800.000 ανδρών (ή περισσότερο από 1 εκατομ. εφόσον συνυπολογιστούν και οι μονάδες υποστηρίξεως).

Το διάστημα από τις αρχές Ιανουαρίου έως τον Ιούνιο ήταν περίοδος σχετικής ηρεμίας για το μέτωπο: αρχικά οι καιρικές συνθήκες ήταν εξαιρετικά δύσκολες, συνθήκες χειμώνα πολύ βαρύτερου από αυτόν στον οποίο ήταν συνηθισμένοι οι ξένοι στρατιώτες, ή ακόμη και οι πιο σκληραγωγημένοι από τους Κινέζους.33 Το καιρικό αυτό φαινόμενο συνδυάστηκε με την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για ανακωχή στις 26 Απριλίου 1953, έπειτα από διακοπή επτά σχεδόν μηνών. Ήταν γνωστή επίσης η βούληση του νεοεκλεγμένου προέδρου των Η.Π.Α. Dwight Eisenhower να τερματιστεί ο πόλεμος. Επρόκειτο ουσιαστικά για ένα διάστημα διεξαγωγής κυρίως περιπολιών, με στόχο να μη χαθεί έδαφος: όλοι ανέμεναν ότι η τελική γραμμή ανακωχής θα ακολουθούσε την περιοχή που κατεχόταν ήδη από τους εμπολέμους. Τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο, η κύρια δραστηριότητα των αντιπάλων αποτελούνταν από μια συνεχή σειρά συγκρούσεων μεταξύ περιπολιών. Τη σχετική αυτή ηρεμία διατάραξαν οι κινεζικές επιθέσεις του Μαΐου-Ιουνίου και του Ιουλίου 1953.

Ανάμεσα στις σπουδαιότερες μάχες (χρονολογικά η πρώτη) για το ΕΚΣΕ κατά την τελευταία φάση των επιχειρήσεων, ήταν η μάχη του υψώματος Χάρι (Outpost Harry).34 Το ύψωμα αυτό ανήκε σε μια σειρά θέσεων (outposts), μπροστά από την κύρια γραμμή άμυνας του μετώπου. Παρεμφερή υψώματα άλλαξαν χέρια πολλές φορές, ενώ για την κατοχή τους χρειάστηκε να προηγηθούν πολύνεκρες συγκρούσεις. Τα outposts, λόγω γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών, παρουσίαζαν σημαντική στρατηγική αξία: λόφοι περιορισμένης διαμέτρου, που συνήθως δεν επέτρεπαν την εγκατάσταση δύναμης αμυνόμενων μεγαλύτερης από λόχο.35

Το ύψωμα Χάρι (υψ. 420) βρισκόταν στον δυτικό τομέα του μετώπου της 8ης Στρατιάς, στην περιοχή τού “Σιδερένιου Τριγώνου”. Ήταν το ψηλότερο σημείο στα χέρια των δυνάμεων των Η.Ε. σε ακτίνα περίπου ενός μιλίου. Η θέση του επέτρεπε σε όποιον το κατείχε να ελέγχει την πρόσβαση στην κοιλάδα της Kumhwa (περίπου 8 μίλια στα νοτιοανατολικά). Το ύψωμα είχε διαφορετική σημασία για κάθε εμπόλεμο. Για τις κινεζικές και βορειοκορεατικές δυνάμεις, η κατάληψη του Χάρι προσέφερε τη δυνατότητα να επιτηρούν και να βομβαρδίζουν τις θέσεις των δυνάμεων των Η.Ε. σε μεγάλο εύρος και βάθος. Η αμερικανική αεροπορία, όπως ήδη προαναφέρθηκε, ήλεγχε πλήρως τον εναέριο χώρο και η βορειοκορεατική πλευρά χρειαζόταν δυνατότητα διεύθυνσης του πυρός από επίγεια σημεία. Όπως εκτιμούσε η στρατιωτική ηγεσία των Η.Ε., η κατοχή του Χάρι συνεπαγόταν, εκτός από τη δυνατότητα παρατήρησης των εχθρικών θέσεων, και τη στήριξη της κύριας γραμμής άμυνας. Τυχόν απώλεια του υψώματος ισοδυναμούσε με αναδίπλωση των Συμμάχων εξαιτίας της εν γένει μορφολογίας του εδάφους και των γεωγραφικών χαρακτηριστικών της περιοχής. Σε μια τέτοια περίπτωση, η αναδιάταξη του μετώπου θα λάμβανε χώρα εκ των πραγμάτων αρκετά χιλιόμετρα νοτιότερα. Γι’ αυτό, το ύψωμα θεωρούνταν στρατηγικής σημασίας και είχε ληφθεί η απόφαση να κρατηθεί με κάθε τίμημα.36

Πέρα από τη στρατιωτική σημασία του υψώματος, οι μάχες για την κατοχή του Χάρι εντάσσονταν και σε ένα ευρύτερο σχέδιο της κινεζικής-βορειοκορεατικής πλευράς, που συνδεόταν με το αναμενόμενο τέλος των εχθροπραξιών. Οι συνομιλίες για την υπογραφή ανακωχής είχαν από νωρίς καταλήξει στην αρχή ότι η οριοθέτηση της αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης θα ακολουθούσε τη γραμμή του μετώπου την ημέρα και ώρα που θα ετίθετο σε ισχύ η συμφωνία. Αυτή η αρχή παρείχε στην κάθε πλευρά τη δυνατότητα να επιδιώξει να μεταβάλλει τη γραμμή του μετώπου προς όφελός της. Για τους Αμερικανούς (και τους υπόλοιπους Συμμάχους), τις τελευταίες εβδομάδες του πολέμου το επικείμενο τέλος των εχθροπραξιών κάθε άλλο παρά διευκόλυνε την ανάληψη μεγάλης κλίμακας επιθετικών επιχειρήσεων. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι αντεπιθέσεις, για την ανακατάληψη ή τη σταθεροποίηση του μετώπου. Αντίθετα, η αντίπαλη πλευρά, εκτός από τη μέγιστη δυνατή εδαφική αναπροσαρμογή, επιζητούσε και μια νίκη γοήτρου που θα της επέτρεπε να «χρυσώσει το χάπι» της ανακωχής, δηλαδή ενός τερματισμού του πολέμου χωρίς τελική νίκη.

Αποτέλεσμα των παραπάνω ήταν μια σειρά επιθετικών ενεργειών το καλοκαίρι του 1953. Επιθέσεις από τις 28 Μαΐου, όπου χτυπήθηκαν πέντε τέτοιες θέσεις στον τομέα της 25ης Αμερικανικής Μεραρχίας, τις οποίες υπεράσπιζαν τμήματα της τουρκικής Ταξιαρχίας, οδήγησαν σε απώλεια τριών από τα πέντε υψώματα, έπειτα από μάχες τεσσάρων ημερών. Άλλα δύο υψώματα εγκαταλείφθηκαν κατόπιν διαταγής της προϊσταμένης Μεραρχίας.37 Δεύτερο κύμα επιθέσεων στις 10-15 Ιουνίου στον τομέα του ΙΙ Νοτιοκορεατικού Σώματος Στρατού (κοντά στην Kumsong) προκάλεσε την απώλεια του υψώματος 973 και την αναδίπλωση του μετώπου περίπου 3 μίλια νοτιότερα. Στο τέλος Ιουνίου καταλήφθηκαν άλλες δύο προκεχωρημένες θέσεις που τις υπεράσπιζε η 1η Νοτιοκορεατική Μεραρχία, μέρος του Ι Σώματος του Αμερικανικού Στρατού.

Στον τομέα του ΙΧ Σώματος Στρατού, ένας από τους στόχους των επιθέσεων ήταν το ύψωμα Χάρι. Η άμυνα του υψώματος δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Το τελευταίο βρισκόταν σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου μπροστά από την κύρια γραμμή άμυνας και ήταν ευάλωτο από τρεις πλευρές. Λόγω της απόστασης από την κύρια γραμμή άμυνας, βρισκόταν εκτός βεληνεκούς για τους μικρότερους όλμους και τα πολυβόλα, ενώ η μορφολογία του εδάφους προδιέγραφε ότι δεν μπορούσε να υποστηριχθεί από άρματα μάχης. Υποστήριξη των υπερασπιστών ήταν εφικτή μόνο με πυρά πυροβολικού και με τους μεγαλύτερου διαμετρήματος όλμους των μονάδων. Στο ύψωμα υπήρχαν χαρακώματα και καταφύγια για έναν λόχο τυφεκιοφόρων, τον σταθμό διοικήσεώς του και τον αξιωματικό-παρατηρητή του πυροβολικού. Ένα πρόβλημα για τους αμυνόμενους αποτελούσε το γεγονός ότι το ύψωμα βρισκόταν σε απόσταση 250 μ. περίπου απέναντι και χαμηλότερα από το ύψωμα Star (υψ. 440), το οποίο κατεχόταν από τις εχθρικές δυνάμεις.38 Όλα αυτά, συνδυασμένα με την αριθμητική υπεροχή των Κινέζων και την πρακτική τους να επιτίθενται κατά κύματα δίχως να λογαριάζουν ανθρώπινες απώλειες, καθιστούσαν την υπεράσπιση του υψώματος εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Ουσιαστικό πλεονέκτημα των δυνάμεων των Η.Ε. ήταν η τεχνολογική τους υπεροχή και το άφθονο πολεμικό υλικό, το οποίο ξοδευόταν (και ξοδεύτηκε στη μάχη του Χάρι) χωρίς σκέψη για το κόστος.

Η επίθεση των κινεζικών δυνάμεων στο ύψωμα εκδηλώθηκε το βράδυ της 10ης Ιουνίου και ολοκληρώθηκε τις πρωινές ώρες της 18ης (διακόπηκε όμως από το πρωί της 15ης ως το βράδυ της 17ης Ιουνίου). Οι κύριες κινεζικές επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν από συντάγματα της 74ης Κινεζικής Μεραρχίας. Έγιναν με δύναμη Συντάγματος (περίπου 2.800 άνδρες) στις 11-12 και 17-18 Ιουνίου ή ενισχυμένου Συντάγματος (περίπου 3.600 άνδρες) στις 10-11 και 12-13 Ιουνίου, τέλος, με μικρότερες δυνάμεις στις 13-14 και 14-15 Ιουνίου. Η πρώτη επίθεση στις 23:45 της 17ης Ιουνίου πραγματοποιήθηκε από δύο Τάγματα του 221ου Κινεζικού Συντάγματος και ακολούθησε δεύτερη από τρία Τάγματα στις 02:00 της 18ης Ιουνίου και τρίτη στις 03:40 από δύναμη τουλάχιστον τριών Ταγμάτων. Οι ελληνικές δυνάμεις που βρέθηκαν στο ύψωμα στις 16-18 Ιουνίου, ένας λόχος περίπου 150 ανδρών, αντιμετώπισαν την επίθεση ολόκληρου κινεζικού Συντάγματος (δυνάμεις περίπου εικοσαπλάσιες), με κύματα επιθέσεων που μπορούν να υπολογιστούν σε ίσως 850-1.000 άνδρες την κάθε φορά.39 Ακολουθεί η περιγραφή της μάχης από έναν αυτόπτη μάρτυρα:

Τις 11.45 η ώρα, όπως είχα προσυλλογιστεί μπροστά μου, ακούγω ένα πολυβόλο που ήταν αριστερά από την ομάδα μου και άρχιζε απότομα να βάζει ταχεία βολή. Εν τω μεταξύ το ύψωμα άναψε και τα κινέζικα βλήματα έπεφταν βροχή στα αμπριά μας. Επάνω οι Κινέζοι είχαν πλησιάσει πολύ κοντά, βγήκαμε όλοι στο χαράκωμα αψηφώντας τον θάνατο και αγωνιστήκαμε σκληρά, περίπου μιάμιση ώρα, απεκρούσαμε την πρώτη επίθεση. Δεν πέρασε μισή ώρα, δεν είχαν πάψει τα πρώτα πυρά, ορμάνε και για δεύτερη φορά όπου και φτάσαν στα χαρακώματα. Τους απεκρούουμε και για δευτέρα φορά το ύψωμα εσειότανε από τα βλήματα. Κάναν να ησυχάσουν για λίγο νομίζοντας εμείς ότι τώρα πια δεν θα ξανακάναν επιχείρηση και όμως μάταια η σκέψη μας.

Τις τρεις η ώρα [στις πρώτες ώρες της 18 Ιουνίου] επιτέθουνται για τρίτη φορά. Και πάλι κατάφεραν να μπουν στα δικά μας χαρακώματα, τους αποκρούσαμε διά της λόγχης, με πιο πυκνά πυρά και ο[υ]ρλιάσματα σαν λυσσασμένα σκυλιά να μας κατασπαράξουν […] δεν ήξεραν όμως ότι το «Χάρι» το κρατάγαν Έλληνες στρατιώτες. Απελπισμένοι πια για τις προσπάθειες που έκαναν και δεν μπόρεσαν να πατήσουν επάνω στο «Χάρι», όσοι γλύτωσαν έφυγαν κακώς κακού, αλλά οι πιο καλοί άφηκαν τα κορμιά τους γύρω από το ύψωμα.40

Οι συνολικές απώλειες της μάχης του Χάρι πριν την εμπλοκή του ΕΚΣΕ ήταν μεγάλες. Οι αμερικανικοί λόχοι που υπερασπίστηκαν το ύψωμα τις πρώτες μέρες σχεδόν καταστράφηκαν. Σύμφωνα με μια μαρτυρία, το πρωί της 11ης Ιουνίου, όταν ο λόχος Κ του 15ου Αμερικανικού Συντάγματος ενισχύθηκε (ουσιαστικά: αντικαταστάθηκε) από τους λόχους E και C του ίδιου Συντάγματος, μόνο 7 από περίπου 160 άνδρες δεν είχαν κάποιο τραύμα. Ο Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πεζικού Δημήτριος Παπαδόπουλος, διερμηνέας που βρισκόταν στο ύψωμα τόσο πριν όσο και μετά τη μάχη, αναφέρει για τις 10-11 Ιουνίου αμερικανικές απώλειες της τάξης των 200 νεκρών και τραυματιών και κινεζικές απώλειες 1.500 ανδρών.41 Οι απώλειες αυτές και η φήμη που συνόδευε το ύψωμα ήδη πριν τις μεγάλες μάχες, έκαναν τους Έλληνες στρατιώτες να μετονομάσουν το ύψωμα, από Χάρι σε Χάρο.42 Ακόμη και μονάδες που δεν βρισκόταν στο ύψωμα, αλλά στην κύρια γραμμή άμυνας πίσω από αυτό, φαίνεται να είχαν απώλειες από τον σφοδρότατο βομβαρδισμό του κινεζικού πυροβολικού.43 Οι απώλειες του ελληνικού Τάγματος στη μάχη του Χάρι ήταν πέντε νεκροί και 19 τραυματίες. Οι κινεζικές απώλειες ήταν πολύ μεγάλες: υπολογίζονται σε περίπου 5.500-7.000 άνδρες, ενώ πιστεύεται ότι στη διάρκεια της επίθεσης καταστράφηκε ολοσχερώς η 74η Κινεζική Μεραρχία.44 Τέλος, τεράστιος ήταν και ο αριθμός των βλημάτων που χρησιμοποιήθηκαν από τους αντιπάλους: υπολογίζεται ότι στη διάρκεια των μαχών για το ύψωμα (10-18 Ιουνίου), το κινεζικό πυροβολικό έριξε πάνω από 88.000 βλήματα στο ύψωμα ενώ το αμερικανικό πυροβολικό έριξε πάνω από 380.000 βολές σε υποστήριξη των αμυνόμενων.45

Το ΕΚΣΕ συμμετείχε και στην τελευταία μεγάλη μάχη του πολέμου, την αναχαίτιση της τελευταίας μεγάλης κλίμακας επίθεσης βορειοκορεατικών και κινεζικών δυνάμεων. Πρόκειται για τη μάχη της «προεξοχής» του Κουμσόνγκ, μεταξύ 13-20 Ιουλίου. Οι επιθέσεις αυτές, που στόχευαν Νοτιοκορεατικές μονάδες, αποτελούσαν μέρος της ύστατης προσπάθειας των Βορειοκορεατών και των Κινέζων να πιέσουν τη Νοτιοκορεατική κυβέρνηση του Syngman Rhee να δεχθεί τους όρους της ανακωχής (η Νότια Κορέα τους αρνούνταν). Εδαφικά κέρδη που θα προέκυπταν από τις επιθέσεις, θα γινόταν μέρος της τελικής διευθέτησης.

Η νοτιοκορεατική Μεραρχία Capitοl (που θεωρούνταν η πιο αξιόμαχη του νοτιοκορεατικού στρατού) είχε δεχθεί τη νύχτα της 13ης προς 14η Ιουλίου επίθεση από σημαντικά υπέρτερες κινεζικές δυνάμεις. Η άμυνα της Capitοl και της γειτονικής 3ης νοτιοκορεατικής Μεραρχίας κατέρρευσε και οι αμυνόμενοι τράπηκαν σε φυγή. Άλλες τρεις νοτιοκορεατικές Μεραρχίες (5η, 6η και 8η) δέχθηκαν πολύ σοβαρά πλήγματα και επίσης υποχώρησαν. Το ρήγμα στο μέτωπο στην περιοχή Kumsong-Kumhwa είχε πλάτος εικοσιτριών μιλίων και βάθος περίπου επτά. Υπήρχε κίνδυνος διάσπασης του μετώπου, οπότε όλο το δεξιό τμήμα τού ΙΧ Σώματος Στρατού ήταν σε κίνδυνο.

Δύο αμερικανικές Μεραρχίες, η 2η και η 3η, στη δύναμη της οποίας ανήκε και το ΕΚΣΕ, διατάχθηκαν να αναχαιτίσουν την εχθρική προέλαση. Τόσο το ΕΚΣΕ όσο και η προϊσταμένη Μεραρχία, ήταν μονάδες καταπονημένες από τις μάχες του Χάρι. Μόλις στις 13 Ιουλίου το ΕΚΣΕ είχε παραδώσει τις θέσεις του στο γαλλικό Τάγμα και είχε μεταφερθεί στα μετόπισθεν σε θέσεις εφεδρείας, μαζί με ολόκληρη την 3η αμερικανική Μεραρχία. Μπροστά στην κρίση, η Μεραρχία στάλθηκε στο νέο μέτωπο. Έτσι το ΕΚΣΕ συμμετείχε και σε αυτή την τελευταία πράξη του πολέμου που διάρκεσε έως τις 20 Ιουλίου, οπότε νοτιοκορεατικές δυνάμεις κατέλαβαν τη νότια όχθη του ποταμού Kumsong.

Στη αρχή της μάχης, εχθροί και φίλοι ήταν ανακατεμένοι, καθώς η Μεραρχία Capitol υποχωρούσε και οι Βορειοκορεάτες και οι Κινέζοι προέλαυναν και αναγνώριζαν το πεδίο, αρχικά με μικρές μονάδες. Στις 16 Ιουλίου το ΕΚΣΕ είχε 6 νεκρούς, αλλά διατήρησε τις θέσεις του, παρά την αριθμητική υπεροχή του εχθρού. Στις 17 Ιουλίου απέκρουσε απογευματινή επίθεση από δύναμη περίπου 200 Κινέζων, που διήρκησε δυόμιση ώρες. Οι εχθρικές απώλειες ήταν 95 νεκροί και 12 αιχμάλωτοι. Το ΕΚΣΕ αντικαταστάθηκε τη νύχτα της 19ης προς 20η Ιουλίου από αμερικανικά και νοτιοκορεατικά τμήματα.

Η νέα γραμμή του μετώπου βρισκόταν νοτιότερα της αρχικής. Η συνολική απώλεια εδάφους είχε πλάτος δεκαεπτά και βάθος πέντεμιση μιλίων. Σύμφωνα με τον Hastings, «Αν και ο εχθρός είχε κερδίσει μερικά μίλια και είχε αλλάξει τη γραμμή πάνω στην οποία θα καθοριζόταν η κατάπαυση του πυρός, δεν είχε πετύχει την αποφασιστική τελική νίκη που επιθυμούσε ενώ είχε υποστεί 28.000 απώλειες κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων».46

Η μάχη του Kumsong δεν ήταν η τελευταία μάχη για το ΕΚΣΕ. Στις 25 Ιουλίου 1953, δύο μόλις μέρες πριν από την υπογραφή της ανακωχής, το τελευταίο αντιμετώπισε και αναχαίτισε στα υψώματα 532 και 491 στην περιοχή Πικεϊόμγ-Νιόγκ – Chihyon-Ni,47 άλλη μία εχθρική επίθεση. Και εδώ ο 3ος Λόχος (από κοινού με τον 2ο) έλαβε μέρος στις συγκρούσεις που διήρκησαν δύο μέρες, μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Ιουλίου, ημερομηνία υπογραφής της ανακωχής. Οι τελευταίες αυτές μάχες ήταν σφοδρότατες: οι Αμερικανοί επιτελείς δεν ανέμεναν ότι το ελληνικό Τάγμα θα κατόρθωνε να διατηρήσει τις θέσεις του: στην επίσημη ιστορία αναφέρονται οι επανειλημμένες βολιδοσκοπήσεις (η παρότρυνση ουσιαστικά) του διοικητή τού 15ου αμερικανικού Συντάγματος προς τον διοικητή του ΕΚΣΕ να σχεδιάσει την υποχώρησή του. Για άλλη μια φορά το ελληνικό Τάγμα κράτησε τις θέσεις του, αν και με σημαντικές απώλειες (7 νεκρούς και 24 τραυματίες).48 Η νυκτερινή επίθεση που υπέστη από δυνάμεις ενισχυμένου Τάγματος κράτησε ως τις πρώτες πρωινές ώρες. Οι Κινέζοι επιχείρησαν να περάσουν ανάμεσα στις θέσεις του 2ου και του 3ου Λόχου, με υποστήριξη πυροβολικού και όλμων. Γύρω στις 02.00 ο εχθρός διέκοψε την επίθεση, αλλά την επανέλαβε πιο αδύναμα το επόμενο πρωί. Οι καταμετρημένες απώλειες του εχθρού ήταν 105 νεκροί στο πεδίο της μάχης και 15 τραυματίες. Ξημερώνοντας στις 27 Ιουλίου (γύρω στις 00.40), εχθρική επίθεση δύναμης διμοιρίας αποκρούστηκε εύκολα από το ΕΚΣΕ. Το πρωί το Τάγμα έλαβε σήμα ότι είχε υπογραφεί η ανακωχή, που θα ξεκινούσε στις 22.00 το βράδυ της ίδιας μέρας.49

Το ΕΚΣΕ παρέμεινε στο σημείο αυτό και μετά τη μάχη όπου υπέστη τις τελευταίες απώλειές του, δύο νεκρούς στις 27 Ιουλίου 1953, ώρες μόνο πριν από τον τερματισμό των εχθροπραξιών.50 Η επίσημη ιστορία αναφέρει για τις 27 Ιουλίου 1953 δύο νεκρούς: τους στρατιώτες Γεώργιο Μακρή και Παναγιώτη Δούρο. Αυτοί έμελε να είναι οι τελευταίοι Έλληνες πεσόντες του Πολέμου της Κορέας. Ο δεύτερος φέρεται να σκοτώθηκε σε βομβαρδισμό στις 20:30, μιάμιση ώρα πριν από την οριστική κατάπαυση του πυρός.

Με την ανακωχή το ΕΚΣΕ μαζί και με τους υπόλοιπους εμπόλεμους υποχώρησε 2 χιλιόμετρα, έτσι ώστε να σχηματιστεί η αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη (demilitarised zone – DMZ). Μέσα σε αυτή την ζώνη βρίσκονται τα σημεία όπου αγωνίστηκε το Ελληνικό Εκστρατευτικό Σώμα Κορέας και όπου χύθηκε ελληνικό αίμα στην τελευταία φάση του Πολέμου της Κορέας. Λίγες μέρες μετά την υπογραφή της ανακωχής, ο Υποστράτηγος Reuben James εξέδωσε μια διθυραμβική Εύφημη Μνεία για το ΕΚΣΕ.51

Η Ελλάδα δεν είχε ούτε πληθυσμιακά ούτε άλλα αυστηρά εθνικά θέματα ώστε να συμμετάσχει στον Πόλεμο της Κορέας. Ίσως μπορούμε να πούμε ότι σε συνθήκες Ψυχρού Πολέμου, η χώρα δανείστηκε τη ζωή κάποιων παιδιών της για να πετύχει έναν πολιτικό στόχο (την ένταξη στη Βορειοατλαντική Συμμαχία), που την εποχή εκείνη θεωρούνταν κομβική για την ασφάλειά της. Για 183 Έλληνες αξιωματικούς και στρατιώτες, το αρχικό δάνειο μετατράπηκε τελικά σε δωρεά.

Ελληνες στον Πόλεμο της Κορέας

  1. Βλ. ενδεικτικά Brune, L.H. (επιμ.), The Korean War: handbook of the literature and research, Westport, Conn. – London, 1996, σ. 90. Morton, P.J., “United Nations Command” στο Matray, J.I., Historical Dictionary of the Korean War, New York – London, 1991. McGibbon, I., New Zealand and the Korean War, τ. 1-2, Auckland. Oxford 1992-1996, σσ. 507-508. Tucker, S.C., “United Nations Command Ground Forces, Contributions to”, στο Tucker, S.C. (επιμ.), Encyclopedia of the Korean War: a political, social and military history, Νέα Υόρκη, 2002. Morton, P.J., “United Nations Command” στο Matray, J.I., Historical Dictionary of the Korean War, New York – London, 1991, σ. 681. Στις 31 Μαρτίου 1951, στην Κορέα υπολογιζόταν ότι από ένα σύνολο 532.450 ανδρών υπό τα όπλα, 276.250 ήταν Αμερικανοί, 220.000 Νοτιοκορεάτες, και 36.200 από άλλες χώρες. . Σύμφωνα με τον Morton, “United Nations…”, σ. 508, τον Ιούνιο του 1951 από τους 554.577 στρατιώτες της Διοίκησης των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Command), 253.250 ήταν Αμερικανοί, 260.548 Νοτιοκορεάτες (άλλοι 12.718 Νοτιοκορεάτες υπηρετούσαν στον Αμερικανικό Στρατό) και 28.061 άνδρες προερχόταν από άλλες χώρες των Η.Ε. ↩︎
  2. Μεταξύ 1935 και 1973, η Πολεμική Αεροπορία ονομάζονταν Ελληνική Βασιλική Αεροπορία (ΕΒΑ) βλ. https://www.haf.gr/history/haf-history/1923-1939/ ημερομηνία ανάκτησης 31/3/2024. ↩︎
  3. Βλ. Πανελλήνιος Σύνδεσμος Βετεράνων Αεροπορίας, Ελληνικά Φτερά στον Πόλεμο της Κορέας, Η δράση του 13ου Σμήνους Μεταφορών, 1950-1955, Αθήνα (ΠαΣυΒετΑ), 2005, σ. 53. https://stratistoria.wordpress.com/1901-1950/19500625-korea/1950_korea-ekse/ ημερομηνία ανάκτησης 31/3/2024. Ο Γκορένκο ήταν ανιψιός της ποιήτριας Άννας Αχμάτοβα, βλ. για τη ιστορία του https://www.protothema.gr/stories/article/655263/-i-agnosti-tragiki-shesi-tisanna-ahmatova-me-tin-ellada/ ημερομηνία ανάκτησης 1/4/2024. ↩︎
  4. ΓΕΣ/ΔΙΣ [=Γενικό Επιτελείο Στρατού/ Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού], Το Εκστρατευτικόν Σώμα Ελλάδος εις Κορέαν(1950-1955), Αθήνα, 1977, σσ. 182-4. ↩︎
  5. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 186-8. ↩︎
  6. Εξαίρεση ήταν τα βρετανικά τμήματα και αυτά της Βρετανικής Αυτοκρατορίας που χρησιμοποιούσαν δικό τους εξοπλισμό, κυρίως βρετανικής προέλευσης. ↩︎
  7. Για τον εφοδιασμό βλ. Hastings, M., The Korean War, Λονδίνο 1993, σ. 285, ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 175-178, και 31-32. ↩︎
  8. Γεωργίου Θ. Παπαϊωάννου, Αμπρί, αυτοέκδοση ιδιωτική, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 45. ↩︎
  9. Επαμεινώνδας Δ. Σχινάς, Κορέα, το ημερολόγιο ενός Έλληνα στρατιώτη, Αθήνα (Εκδόσεις του Φοίνικα), 2018, σ. 31. Περιγραφή της στολής υπάρχει στο Παπαϊωάννου, Αμπρί, σ. 46. ↩︎
  10. Laura Cutter, “Extreme Weather Conditions: Military Medicine Responds to a Korean War Winter”, Military Medicine, vol. 180, pp 1017-1018, September 2015. Περιγραφή της στολής από έλληνα στρατιωτικό στο Κων. Βελλαδίου [=π. Κωνσταντίνος Χαλβατζάκης], Κορέα, Μεγάλες ώρες Ώρες. Ιστορική μαρτυρία από τον Πόλεμο της Κορέας, Αθήνα (Εταιρεία Ελληνικών Εκδόσεων), [1964], σς.13-14. ↩︎
  11. Γεώργιος Παγωμένος, Το ημερολόγιο ενός Έλληνα στρατιώτη στον πόλεμο της Κορέας, Ιανουάριος-Νοέμβριος 1953, Αθήνα (Εκδόσεις Μεσόγειος), 2004, σ. 127, πρβλ και Παπαϊωάννου, Αμπρί…, σ. 35. ↩︎
  12. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σ. 37, πρβλ. εφημ. Ελευθερία (Αθήνας) 12 Ιαν. 1951, «Εκηδεύθη ο αποθανών πρώτος Έλλην στρατιώτης εν Κορέα». ↩︎
  13. Για ένα σχεδίασμα των γεγονότων αυτών βλ. Γ. Καζαμίας, Η Ελλάδα και ο Πόλεμος της Κορέας, Αθήνα (Βιβλιοπωλείο της Εστίας), 2022, σ. 19-34. Περισσότερες λεπτομέρειες βρίσκονται στη γενική βιβλιογραφία. ↩︎
  14. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 29, 35, 36, 103, 105. ↩︎
  15. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σ. 30, 35-36, Office of the Chief of Military History, United States Army, Army Historical Series, American Military History (κεφ. 25, The Korean War, 1950-53), σελ. 568, στο http://www.army.mil./cmh-pg/books/AMH/AMH-25.htm, σσ. 560-562, ημερομηνία πρόσβασης 17/9/2020. ↩︎
  16. Καναδός δημοσιογράφος ονόμασε το πρώτο διάστημα του πολέμου yo-yo war, εξαιτίας της συνεχούς μετακίνησης του μετώπου. Βλ. “Pierre Berton’s Korea”, Macleans (Toronto), 21 Ιουλίου 2003. ↩︎
  17. Στην περίπτωση αυτή παρατηρήθηκαν προβλήματα, όταν η Τουρκική Ταξιαρχία άνοιξε πυρ κατά Νοτιοκορεατών που υποχωρούσαν. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν Σώμα…, σ. 18. ↩︎
  18. Βλ. Hickey, M., Ο Πόλεμος της Κορέας, 1950-1953, Αθήνα, 2002 (μετάφραση στα ελληνικά του Hickey, Μ. The Korean War, the West Confronts Communism, London, 1999), σσ. 196-224. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, passim και σσ. 34-38. Βλ. Hermes, W.G., Truce Tent and Fighting Front, Washington D.C., CMH [=Center for Military History. United States Army] Publication 20-3-1, 1966, σ. 68-69. Με το τουρκικό εκστρατευτικό σώμα υπήρξαν ακόμα και προβλήματα συνεννόησης, που δε φαίνεται να παρατηρήθηκαν στις σχέσεις ΕΚΣΕ και αμερικανικού στρατού. ↩︎
  19. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν Σώμα…, σσ. 42-46. Μαγκλίνης, Ηλ., «Κορέα, ύψωμα 381: η πρώτη μεγάλη μάχη του Ελληνικού Τάγματος», Στρατιωτική Ιστορία, τεύχος 76 (Δεκέμβριος 2002), σσ. 6-17. Pratt, S.W., “Greece” στο Tucker, S.C. (επιμ.), Encyclopedia…, σ. 228. ↩︎
  20. Βλ. μαρτυρία Ν. Φίλη στο Ηλ. Μαγκλίνης, «Κορέα, Ύψωμα…», σ. 17. ↩︎
  21. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 88-94, 124-128. Πρβλ. και Republic of Korea, Ministry of Patriots and Veteran Affairs (MPVA), Korean War, UN Allies, Greece, Key Battles στο https://www.mpva.go.kr/english/front/koreanwar/unallies_Greece03.do , ημερομηνία πρόσβασης 12/5/2020. ↩︎
  22. Republic of Korea, Ministry of Νational Defense, History of the United Nations Forces in the Korean War, Σεούλ,1972-1977, τ. III, σ. 343. ↩︎
  23. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 88-94. Πρβλ. και Republic of Korea, Ministry of Patriots and Veteran Affairs (MPVA), Korean War, UN Allies, Greece, Key Battles στο https://www.mpva.go.kr/english/front/koreanwar/unallies_Greece03.do, ημερομηνία πρόσβασης 12/5/2020. ↩︎
  24. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σ. 127. ↩︎
  25. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 124-128. Πρβλ. και Republic of Korea, Ministry of Patriots and Veteran Affairs (MPVA), Korean War, UN Allies, Greece, στο https://www.mpva.go.kr/english/front/koreanwar/unallies_Greece03.do, ημερομηνία πρόσβασης 12/5/2020. ↩︎
  26. Τέτοιο διάστημα ήταν μεταξύ 3-28 Οκτωβρίου 1952. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σ. 128. ↩︎
  27. Για το επεισόδιο βλ. Hastings, The Korean…, σσ. 379-387. Επίσης Hickey, Ο Πόλεμος…, σσ. 555-571. Απλή αναφορά για την αποστολή, χωρίς καμία λεπτομέρεια βλ. στο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σ. 113-115. ↩︎
  28. Hastings, The Korean …, σ. 355. ↩︎
  29. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σ. 132. ↩︎
  30. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 136-139. ↩︎
  31. Βλ. Laurie, C.D., “Chinese Summer Offensives (1953)” στο Tucker, Encyclopedia↩︎
  32. Βλ. Third Korean Winter στο www.korea50.mil/history/factsheets/3rd_korean_winter.shtml ↩︎
  33. Βλ. Hastings, The Korean …, σ. 368. ↩︎
  34. Όπως συμβαίνει με αρκετά τοπωνύμια, δεν είναι γνωστό γιατί ονομάστηκε έτσι. Στην περιοχή υπήρχαν άλλα δύο υψώματα που οι Αμερικανοί είχαν ονομάσει Tom και Dick. Τα τρία μαζί παραπέμπουν στην αγγλική έκφραση “Every Tom, Dick and Harry”. ↩︎
  35. B.C. Nalty, Outpost War, στο https://www.koreanwar2.org/kwp2/usmckorea/PDF_Monographs/KoreanWar.OutpostWar.pdf, ημερομηνία πρόσβασης 16/5/2020. ↩︎
  36. Βλ. Tucker, Spencer C., “OP Harry, Battle for (10-18 June 1953)” στο Tucker, Encyclopedia↩︎
  37. Βλ. Laurie, “Chinese Summer Offensives (1953)”, στο Tucker, Encyclopedia↩︎
  38. Για το ύψωμα βλ. Republic of Korea, History of … σ. 366-367. William D. Dannenmeier, We Were Innocents, an Infantryman in Korea, Urbana and Chicago (University of Illinois Press), 1999, σ. 135. Tucker, “OP Harry, Battle for (10-18 June 1953)” στο Tucker, Encyclopedia…, www.ophsa.org/OPSHA_Intro.htm, ημερομηνία πρόσβασης 21/9/2020. ↩︎
  39. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν... , σσ. 148-149, πρβλ. Dannenmaier, We were…, σσ. 135-147. Πρβλ. “Memorable Battles of the Korean War” στο http://www.theforgottenvictory.org/old/battles.htm ↩︎
  40. Παγωμένος, Το Ημερολόγιο..., σσ. 153-154. ↩︎
  41. Dannenmaier, We were…, , σ. 139. Ο ίδιος στη σελ. 135 αναφέρει απώλειες 90-95% στο Λόχο Κ και 86% στο Λόχο Α του 5ου Συντάγματος. ↩︎
  42. Βλ. μαρτυρία του Δημ. Παπαδόπουλου, στο www.ophsa.org/Demetrious_Papadopoulos.htm ημερομηνία πρόσβασης 19/9/2020, και το εισαγωγικό κείμενο στο http://www.ophsa.org/OPHSA_Intro.htm ↩︎
  43. Dannenmaier, We were…, σ. 140, αναφέρει απώλειες 50% στους λόχους I και L στην κύρια γραμμή άμυνας νοτίως του υψώματος. ↩︎
  44. Για τις απώλειες βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν… , σσ. 150, 180, 231 και παρακάτω. Για τις κινεζικές απώλειες βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν… , σ. 150 και στο Dannenmaier, We were…, σ. 135. ↩︎
  45. Το ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, δίνει 88.334 βλήματα για τους κινεζους και 382.736 για τους Αμερικανούς. Το Republic of Korea, History of the…, σ. 367, αναφέρει ότι οι κινεζικές δυνάμεις είχαν συγκεντρώσει δεκαπέντε μοίρες πυροβολικού (126 πυροβόλα) για την επίθεση στο ύψωμα. ↩︎
  46. Hastings, The Korean… σ. 536. Για τη μάχη βλ. επίσης Clark, M.W., From the Danube to the Yalu, London-TorontoWellington-Sydney, 1954, σ. 273. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν… , σελ. 153-155. Dannenmaier, We were…, σσ. 167-174. Republic of Korea, History of…, σσ. 372-374. Olwell, Murray M. και Mitchell, John A., The Fifteenth Infantry Regiment Yearbook, 1953, χ.τ.ε., χ.χ. [1953], σελ. 70, 76. Hermes, Truce…, σσ. 474-476 και http://www.army.mil/cmhpg/reference/Korea/kw-chrono.htm, ημερομηνία πρόσβασης 20/9/2020. ↩︎
  47. Στο ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν..., σσ. 157 η περιοχή αναφέρεται ως Πικεϊόμγ-Νιόγκ. Στο Republic of Korea, History of…, σ. 374 αναφέρεται ότι το ΕΚΣΕ πήρε θέσεις “δυτικά του Chinhyong-Ni”. ↩︎
  48. Βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν..., σσ. 158-160. ↩︎
  49. Βλ. History of…, vol. III, pp. 372-376. ↩︎
  50. Για τη μάχη αυτή βλ. ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν…, σσ. 157-163. Για το συνολικό αριθμό των απωλειών της τελευταίας μέρας φαίνεται να υπάρχει κάποια σύγχυση. Το ΓΕΣ/ΔΙΣ, Το Εκστρατευτικόν… , σελ. 230, 232, 240, δίνει για τις 27 Ιουλίου 1953 δύο νεκρούς (στρατ. Γεωργ. Μακρής και Παν. Δούρος) και τέσσερεις τραυματίες (Λοχίας Αθ. Κουτουλάκης και Στρατιώτες Μεν. Ιορδανάκης, Αθαν. Τσακιρίδης και Ιωαν. Μπιμπιλιός). Στο ίδιο, σελ. 163-4, αναφέρεται ότι οι τελευταίες απώλειες του Τάγματος στις επιχειρήσεις ήταν “1 νεκρός οπλίτης, 3 Αξιωματικοί και 5 οπλίται τραυματίαι”, αριθμό τον οποίο δίνει και το το Republic of Korea, History of the…, τ. ΙΙΙ, σ. 376. Σύμφωνα με την τελευταία πηγή, ο τελευταίος Έλληνας νεκρός ήταν ο στρατιώτης Γεώργιος Μακρής που σκοτώθηκε από βομβαρδισμό στις 20:30, μιάμιση ώρα πριν την οριστική κατάπαυση του πυρός. ↩︎
  51. History of UN Forces, vol. III, σ. 376. ↩︎

Avatar photo
Γιώργος Α. Καζαμίας

Ο Γιώργος Α. Καζαμίας είναι Καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Άρθρα: 1