Φέτος συμπληρώνονται 36 χρόνια από τις καταλυτικές πολιτικές εξελίξεις στην Πολωνία, που μετέτρεψαν ριζικά τα πολιτικά δεδομένα στην Ευρώπη. Έτσι, καθίσταται επίκαιρο να ανατρέξει κανείς στις τότε εξελίξεις στη χώρα αυτή και να προβεί σε μια επανεκτίμηση των τότε γεγονότων, ιδίως τώρα που σύννεφα συγκεντρώνονται πάνω από την Ευρώπη, στην οποία πριν από τρεισήμισι δεκαετίες προσβλέπαμε με τόση αισιοδοξία, καθώς εξελίσσετο προς μία άλλη πραγματικότητα.
Όταν μου έγινε η τιμή να μου προτείνει η Υπηρεσία την ονομασία μου ως πρέσβεως στην Πολωνία, τον Απρίλιο 1987, την οποία και απεδέχθην, ούτε με την πιο καλπάζουσα φαντασία δεν ήταν δυνατόν να σκεφθώ την εμπειρία που θα απεκόμιζα από τη θητεία μου στη Βαρσοβία. Η κατάσταση στη χώρα, λίγα χρόνια μετά την άρση του στρατιωτικού νόμου, τίποτε δεν προοιώνιζε τις εξελίξεις που εκκολάπτοντο με τη συγκυριακή συμβολή και των διεθνών συνθηκών. Ουσιαστικά, έζησα από πολύ κοντά τη μεθόδευση της μεταπτώσεως ενός κομμουνιστικού καθεστώτος σε μια δυτικού τύπου δημοκρατία. Οι προνομιακές επαφές μου τόσο με τον κρατικό μηχανισμό – λόγω της, ‘προκλητικής’ για τη Δύση, πολιτικής ‘φιλίας’ του Ανδρέα Παπανδρέου1 (του οποίου η μητέρα ήταν Πολωνίδα) – με τον στρατηγό Jaruzelski όσο και με την αντιπολίτευση, την Αλληλεγγύη, μετά την επισημοποίηση των σχέσεων της Ελλάδος με αυτήν, μου επέτρεψαν να παρακολουθήσω εκ του σύνεγγυς την όλη διαδικασία εκδημοκρατισμού της χώρας.
Ας σημειωθεί ότι οι ‘οδηγίες’ που είχαμε οι Έλληνες διπλωμάτες στη Βαρσοβία ήταν να αποφεύγονται επαφές με την Αλληλεγγύη ώστε να μην ‘παρενοχλούμε’ τις επίσημες αρχές. Ήμουν ο μόνος πρέσβυς στην Πολωνική πρωτεύουσα σ’ αυτήν την οιωνεί ‘απομόνωση’. Εν πάση περιπτώσει, είχα το ‘προνόμιο’ σε κάθε επίσημη εκδήλωση, να με χαιρετά ιδιαιτέρως ο στρατηγός, ζητώντας νέα του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, προς μεγάλη «ζήλεια» των συναδέλφων μου! Έναντι του περιορισμού αυτού, μία μικρή ομάδα πρέσβεων – ο Αυστριακός, ο Γιουγκοσλάβος, ο Ισραηλινός, οι του Συμφώνου της Βαρσοβίας – είχαμε το προνόμιο μιας ιδιαίτερης κυβερνητικής μεταχειρίσεως, με τακτικές ενημερώσεις εκ μέρους του Ενωμένου Εργατικού Κόμματος Πολωνίας (ΕΕΚΠ), όπως απεκαλείτο το κόμμα της εξουσίας, αλλέως το Κομμουνιστικό Κόμμα. ‘Μοιραζόταν’ την εξουσία με το Αγροτικό Κόμμα, από το οποίο προήρχετο ο εκάστοτε Πρόεδρος της Βουλής, και με το καλούμενο Δημοκρατικό.

Λίγο μετά την επίδοση των διαπιστευτηρίων μου, έλαβα πρόσκληση σε δείπνο από τον Αμερικανό πρέσβυ, παλαίμαχο περί τα πολωνικά πράγματα! Το ενδιαφέρον ήταν ότι οι λοιποί προσκεκλημένοι, πέραν μερικών συναδέλφων, ήσαν διαπρεπή στελέχη της Αλληλεγγύης. Απέκτησα, με τον τρόπο αυτόν, όπως προφανώς επεδίωξε ο Αμερικανός συνάδελφος, μια πρώτη επικοινωνία με την ‘αντιπολίτευση’, χρήσιμη για ό,τι επηκολούθησε.
Διετήρησα επαφή κυρίως με ένα καθηγητή φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, με τον οποίο άρχισα να συναντώμαι με πρόσχημα συζητήσεις για τους αρxαίους Έλληνες φιλοσόφους. Ουσιαστικά προκειμένου να με ενημερώνει για τη Solidarność .
Ο χρόνος περνούσε ενώ είχαν σημειωθεί τα πρώτα δείγματα του ενδο-πολωνικού διαλόγου. Με την ευκαιρία, όμως, της επετείου από την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Πρόεδρος της Βουλής συνεκάλεσε, για την 1η Σεπτεμβρίου 1988 στη Βαρσοβία, τους ομολόγους του από τις εμπόλεμες χώρες. Μεταξύ αυτών και τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων, Γιάννη Αλευρά. Αρκετά προ της εκδηλώσεως έλαβα τηλεφώνημα από τον Γενικό Γραμματέα της Βουλής, τον καθηγητή Κωνσταντίνο Μπέη, ότι ο Πρόεδρος θα ήθελε να συναντήσει τον στρατηγό Jaruzelski αλλά και τον Lech Wałęsa. Αντέδρασα λέγοντας ότι το πρώτο αίτημα δεν δημιουργούσε πρόβλημα, για την δεύτερη, όμως, συνάντηση, για την οποία οπωσδήποτε πλειοδοτούσα, για την τάξη χρειαζόμουν το πράσινο φως του Υπουργείου Εξωτερικών. Δεν άργησε το τηλεφώνημα από την Αθήνα, με το οποίο μου παρασχέθηκε η σχετική έγκριση.
Αφού ενημέρωσα τις πολωνικές αρχές για τις οδηγίες που είχα – οι οποίες ουδέν μου αντέταξαν -, μέσω του καθηγητού που προανέφερα ήρθα σε επαφή με τον καθηγητή Bronislaw Geremek, τον πολιτικό μέντορα του Wałęsa, με τον οποίο ρυθμίσαμε την πρώτη συνάντηση Έλληνος αξιωματούχου με τον αρχηγό του Συνδικάτου, ένα γεύμα στην πρεσβευτική κατοικία. Ουσιαστικά, η εξέλιξη αυτή μου άνοιξε διάπλατες τις πόρτες της Αλληλεγγύης! Η συστηματική, πλέον, επικοινωνία με το Συνδικάτο, όπως παράλληλα οι σχέσεις μου με τις αρχές, μου προσέφεραν την ευχέρεια να παρακολουθήσω από προνομιούχο θέση τις πολιτικές εξελίξεις που σημειώθηκαν ραγδαίες και οι οποίες κατέληξαν στον «ιστορικό συμβιβασμό» και στην επιτυχία της δημοκρατικής μεταμορφώσεως της Πολωνίας. Ας σημειωθεί ότι για την ηγεσία της χώρας δεν ετίθετο μόνον θέμα εκδημοκρατισμού, δεν υπήρχε μόνον η εσωτερική διάσταση. Υπήρχε και η διεθνής, η ανάκτηση δηλ. της πλήρους κυριαρχίας της, η εξουδετέρωση των ιστορικών πιέσεων από Ανατολή και Δύση, η ακύρωση διεθνών πράξεων που ρύθμιζαν ερήμην της ζητήματα που την αφορούσαν άμεσα.

Στη γενικότερη ενημέρωσή μου βοήθησε και ένα περίεργο τρίγωνο επικοινωνίας με δύο άλλους συναδέλφους, τον Αυστριακό, και τον Γιουγκοσλάβο!
Σημειωτέον ότι όσα συνέβησαν στην Πολωνία δεν αποτελούσαν αποκλειστικότητα της Βαρσοβίας. Η διαδικασία εκδημοκρατισμού, με τη συνυπογραφή της Σοβιετικής Ενώσεως, εξαπλώνετο σταδιακά και σε άλλες χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Όχι σε όλες. Όμως, το προβάδισμα διέθετε η Πολωνία, με κύριους πρωταγωνιστές τον στρατηγό Wojcιech Jaruzelski και τον Lech Wałęsa. Αυτή αποτελούσε το πρόκριμα για την έκβαση του ‘πειράματος’ στις υπόλοιπες χώρες και για τις νέες εκκολαπτόμενες ισορροπίες στην Ευρώπη.
Το πείραμα «Πολωνία» όχι μόνον επέτυχε να ανατρέψει την καθεστηκυία τάξη σε μία χώρα του «Σιδηρού Παραπετάσματος», εξουδετερώνοντας τα αποτελέσματα της Γιάλτας, αλλά τούτο κατέστη δυνατόν αναίμακτα και χωρίς ευρύτερους κοινωνικούς κραδασμούς. Οι συνθήκες ήταν ώριμες ώστε να απορριφθεί το παρωχημένο εν ισχύι δείγμα διακυβερνήσεως. Η επιτυχία, όμως, ωφείλετο και στην ψυχραιμία και τη σύνεση των δύο πρωταγωνιστών που προανέφερα και των συνοδοιπόρων τους. Εκείνοι αποτελούσαν την ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για τη μετάλλαξη αυτή, την επίτευξη του ιστορικού συμβιβασμού, τόσο αναγκαίου για την χώρα τους.
Τρίτο καταλύτη του ’πειράματος’ αποτελούσε η Καθολική Εκκλησία. Αρκετά χρόνια πριν, όχι χωρίς υστερόβουλες σκέψεις από τη Δύση, το 1978, είχε εκλεγεί Πάπας ο αρχιεπίσκοπος Κρακοβίας καρδινάλιος Carol Vojtyla, με την ονομασία Ιωάννης-Παύλος Β΄. Το γεγονός τούτο προσέδωσε ιδιαίτερη νομιμοποίηση στην Πολωνική Καθολική Εκκλησία. Συγχρόνως ο νέος Πάπας, με την ισχυρή προσωπικότητά του και τον μηχανισμό του Βατικανού, υπήρξε αποφασιστικός συμπαίκτης τόσο για την χώρα του όσο και ευρύτερα. Ωστόσο, παράλληλα, καίριο ρόλο διεδραμάτισε και ο Πριμάτος Józef Glemp, ο οποίος στήριζε διακριτικά την Αλληλεγγύη και παρασκηνιακά βοήθησε με τις σταθμισμένες ενέργειές του τις κινήσεις των κυρίων παικτών.
Πέραν, όμως, της παρουσίας στο προσκήνιο των τριών προαναφερθέντων πόλων, χρειαζόταν και μία άλλη «σταθερά»: η προσωπικότης του Mikhail Gorbachev, με το δικό του όραμα, της περεστρόικα και της γκλάσνοστ.
Ας σημειώσω ότι η εικόνα που είχαμε τότε για τον απόκοσμο κάπως στρατηγό Jaruzelski, με τα μαύρα γυαλιά και την αγέρωχη στάση, ιδίως μετά την επιβολή το 1981 του στρατιωτικού νόμου, ήταν πολύ αρνητική. Ωστόσο ο ίδιος προσωπικά, γόνος αριστοκρατικής πολωνικής οικογένειας, καθολικός, έχοντας ιησουϊτική παιδεία, εθεωρείτο γνήσιος πατριώτης, κηδόμενος πρωτίστως των συμφερόντων της πατρίδας του. Οι Σοβιετικοί τον είχαν μεταχειρισθεί πολύ άσχημα κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον είχαν εκτοπίσει στη Σιβηρία. Ο Hans Dietrich Genscher ανεγνώριζε ότι στρατηγός ήταν περισσότερο Πολωνός παρά κομμουνιστής.
Στην όλη αυτή διαδικασία, η Δύση δεν αποτελούσε απλώς έναν παρατηρητή. Πέραν του αμέσου, έστω διακριτικού, ρόλου της Ουάσιγκτων, η Δύση συνέβαλε με τον δικό της τρόπο σε ό,τι επετεύχθη, μέσω μιας μακρόπνοης στρατηγικής και τακτικής.
Την όλη διαδικασία στην Πολωνία διευκόλυνε, ασφαλώς, η πτώση του τείχους στο Βερολίνο. Οι σχέσεις Πολωνίας-Δυτ. Γερμανίας ήταν ανέκαθεν ιδιαιτέρως ευαίσθητες. Αν και η Ανατολική Γερμανία – για την οποία (ακόμη και γι’ αυτήν) η Βαρσοβία έτρεφε αισθήματα καχυποψίας – είχε τυπικά αποδεχθεί τα σύνορα με την ανατολική γείτονα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (τους ποταμούς Oder-Neiße), η Δυτική Γερμανία πάντα άφηνε να πλανάται μία αοριστία. Αυτό, όπως ήταν φυσικό, αποτελούσε ένα διαρκές αγκάθι στις διμερείς σχέσεις μεταξύ Βόννης και Βαρσοβίας και ζήτημα ιδιαίτερης ευαισθησίας για τους Πολωνούς.

Τα προεόρτια
Ουσιαστικά, το έναυσμα των όσων φάνηκαν να ξεκινούν το 1987 πρέπει να αναζητηθούν στην οικονομική κρίση που είχε ξεσπάσει το 1971 και συνεχιζόταν αμείωτη ακόμη το 1980.2 Η κρίση είχε ως συνέπεια την εσωτερική αστάθεια του Κόμματος και επανειλημμένες αλλαγές στην ηγεσία του. Η δυσπραγία του κόσμου, των εργατών, η σπάνις ειδών στην αγορά, οδήγησε στην ίδρυση του παν- πολωνικού εργατικού συνδικάτου της Αλληλεγγύης (Solidarność) τον Σεπτέμβριο του 1980 στο Γκντάνσκ. Σταδιακά, η στάση του Συνδικάτου σκλήρυνε. Μετά την επιτυχή γενική απεργία της 28ης Οκτωβρίου 1981, προγραμμάτιζε νέα γενική απεργία για τις 12 Δεκεμβρίου με αίτημα την προκήρυξη δημοψηφίσματος συναφώς με την νομιμότητα του Κόμματος ενώ, συγχρόνως, καλούσε σε μεγάλη συγκέντρωση, για τις 17 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης των αιματηρών γεγονότων του 1970. Υπό την πίεση των κινητοποιήσεων αυτών, την εξέλιξη των οποίων παρακολουθούσε με ανησυχία σύσσωμο ο συνασπισμός του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ο στρατηγός Jaruzelski, πρωθυπουργός και υπουργός Αμύνης τότε, ο οποίος τον Οκτώβριο του 1981 είχε εκλεγεί Α΄ Γραμματεύς του ΕΕΚΠ, ανέλαβε τη σημαντική πρωτοβουλία να καλέσει την 4η Νοεμβρίου τον Πριμάτο Glemp και τον αρχηγό της Αλληλεγγύης, Lech Wałęsa, σε διαβούλευση, για να αντιμετωπισθεί η κρίσιμη κατάσταση. Σκοπός του ήταν η διαμόρφωση μιας βάσεως για «εθνική συνεννόηση». Η πρωτοβουλία δεν καρποφόρησε. Δεν υπήρξε δεύτερη συνάντηση κατόπιν υπαναχωρήσεως του Wałęsa. Ήδη, η προοπτική επιβολής στρατιωτικού νόμου αντιμετωπιζόταν στα παρασκήνια. Όμως, ως φαίνεται, κατά την συνάντηση αυτή ο στρατηγός άρθρωσε την ιδέα μιας «στρογγυλής τραπέζης» και με την ιδέα αυτή κατά νου διαχειρίστηκε την όλη κατάσταση μέχρι το 1988.
Ο στρατιωτικός νόμος κηρύχθηκε στις 12 προς 13 Δεκεμβρίου 1981. Διήρκεσε μέχρι τις 22 Ιουλίου 1983. Σημειώθηκαν θύματα. Κατά τον στρατηγό, η απόφαση ελήφθη την τελευταία στιγμή, όταν οι πληροφορίες έφεραν τις δυνάμεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας να είναι έτοιμες να επέμβουν στις 14 Δεκεμβρίου κατά το πρότυπο της Ουγγαρίας (1956) και της Τσεχοσλοβακίας (1968). Ουδείς, ακόμη, μπορεί να το διαβεβαιώσει ή να το διαψεύσει επισήμως. Ο Jaruzelski διατείνεται ότι του το επεβεβαίωσαν αργότερα ο Shevardnadze και ο ίδιος ο Gorbachev. Στον στρατηγό είχαν περιέλθει και πληροφορίες ότι το Κρεμλίνο είχε την πρόθεση δημιουργίας «εναλλακτικής» κυβερνήσεως στη Βαρσοβία. Αλλά και στέλεχος της Αλληλεγγύης επεβεβαίωσε αργότερα τα των προθέσεων του Συμφώνου. Ο στρατιωτικός νόμος δεν εφαρμόσθηκε σκληρά. Δεν παρατηρήθηκε βία για τη βία. Η καταστολή υπήρξε επιλεκτική, έστω και αν σημειώθηκαν υπερβολές από ορισμένα όργανα του κράτους.

Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, το Κόμμα είχε εξασθενήσει σημαντικά ώστε να μη διαθέτει άλλα μέσα προς ανόρθωση της καταστάσεως. Ο στρατιωτικός νόμος ήταν η μόνη διέξοδος. Όμως, πρακτικά, κατά την περίοδο αυτή εκκολάφθηκαν οι κατοπινές εξελίξεις. Ανεφέρθη η πρωτοβουλία του στρατηγού για έναν τριμερή διάλογο. Υπήρξε προσπάθεια δημιουργίας Συμβουλίου Εθνικής Ενότητος όπως και μιας Επιτροπής Πρωτοβουλίας. Το Συνδικάτο εν τούτοις απέκρουε οποιονδήποτε διάλογο με το καθεστώς. Πιθανόν ορθώς η Αλληλεγγύη να απέφευγε να ανταποκριθεί τότε στην πρόκληση. Οι όροι για την υπέρβαση δεν επληρούντο ακόμη!
Από την άλλη πλευρά, η άρση του στρατιωτικού νόμου το 1983 βρήκε την κοινωνία και την οικονομία σε δεινή κατάσταση. Η εμπιστοσύνη του λαού στις κρατικές δομές είχε φθάσει στο ναδίρ. Τουναντίον, το Συνδικάτο νομιμοποιείτο ολοένα και περισσότερο στη συνείδηση του κόσμου. Η απονομή στον Wałęsa του Νόμπελ Ειρήνης το 1983, συνέτεινε ακόμη περισσότερο στη νομιμοποίηση της Αλληλεγγύης.
Από το 1984 μέχρι το 1987, έτος αναλήψεως των καθηκόντων μου στη Βαρσοβία, δεν σημειώθηκε κάποια ουσιώδης κινητικότης. Τον λαό χαρακτήριζε αδιαφορία. Σημειολογικά μόνο, τον Οκτώβριο 1985 ο Jaruzelski εξελέγη στην υπάτη θέση του αρχηγού του κράτους, του Πρόεδρου του Κρατικού Συμβουλίου. Αντίστοιχα, στη Μόσχα, λίγο νωρίτερα είχε εκλεγεί Α΄ Γραμματεύς της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ ο Mikhail Gorbachev. Η στενή σχέση που ανεπτύχθη μεταξύ των δύο αυτών ανδρών θα επέτεινε τη δυναμική προς την καθεστωτική υπέρβαση! Παρουσιάσθηκε ένα φαινόμενο ανατροφοδοτήσεως των διαδικασιών στη Μόσχα και στη Βαρσοβία. Έστω και αν οι δύο πρωταγωνισταί δεν φαίνεται, τότε ακόμη, να συνειδητοποιούσαν που θα οδηγούντο….
Σε επιβεβαίωση ενός αναδυομένου μεταρρυθμιστικού πνεύματος, το καθεστώς τάραξε κάπως τα νερά με νέα πρωτοβουλία, το 1986, δημιουργίας ενός Συμβουλευτικού Συμβουλίου με σκοπό την ειλικρινή ανταλλαγή απόψεων. Η Αλληλεγγύη απείχε. Έστω και αν δεν παρουσίασε κάποιο απτό έργο, το Συμβούλιο αυτό απετέλεσε ενθαρρυντικό βήμα ανταλλαγής απόψεων. Η κυβέρνηση προχώρησε σε ορισμένα μέτρα ‘φιλευθεροποιήσεως’. Τέλος, για να προκληθεί κάπως το ενδιαφέρον της απαθούς κοινωνίας απεφασίσθη η διενέργεια ενός δημοψηφίσματος, στις 29 Νοεμβρίου 1987, πρωτοποριακή ιδέα για ένα κομμουνιστικό καθεστώς.
Η απαρχή της θητείας μου στην ελληνική πρεσβεία της Βαρσοβίας
Στις 13 Ιουλίου 1987 επέδωσα τα διαπιστευτήριά μου. Άρχισα να παρακολουθώ πλέον υπό τη νέα μου ιδιότητα όσα συνέβαιναν στην Πολωνία. Αλλά ακόμη ήταν νωρίς να διαισθανθεί κανείς τις προαλειφόμενες εξελίξεις.
Το δημοψήφισμα απετέλεσε καταστροφή για αυτούς που το ενεπνεύσθησαν!3 Άλλα υπελόγιζαν οι τεχνοκράτες του Κόμματος. Η ηγεσία παρεδέχθη την ήττα της. Όμως, η δημοκρατική διεξαγωγή του έδωσε κάποια πλεονεκτήματα στο Κόμμα και απετέλεσε ένα μήνυμα προς τον λαό: οι μεταρρυθμιστές έδωσαν ένα δείγμα των προθέσεών τους. Η Αλληλεγγύη μποϋκόταρε την όλη διαδικασία, αποφεύγοντας να περιέλθει σε θέση ενδο-συστημικής αντιπολιτεύσεως. Ενεθάρρυνε την αποχή, συμπλέοντας με τη γενική απροθυμία του λαού.
Η Εκκλησία κινήθηκε πιο ευέλικτα. Βγήκε κερδισμένη σε αξιοπιστία. Με ανακοίνωσή της ανεγνώρισε την ανάγκη βαθειάς οικονομικής τομής σε συνδυασμό με κοινωνικό-πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Οι κρατικές προσπάθειες δεν αρκούσαν. Απητείτο η σύμπραξη ατόμων και ανεξαρτήτων οργανώσεων – βλ. Αλληλεγγύη. Ο Πριμάτος έκανε λόγο περί μερικής επιτυχίας του δημοψηφίσματος. Με τον τρόπο αυτό η Εκκλησία στήριζε την εξουσία και απεδοκίμαζε διακριτικά τη στάση του Συνδικάτου.
Οι ισορροπίες που διαμορφώθηκαν έδωσαν κάποια ικανοποίηση στο Κόμμα και, κυρίως, ανέστειλαν τη λήψη των σκληρών μέτρων που ετοίμαζαν τα ανώτερα στελέχη του τελευταίου. Και οι δύο πόλοι, αποδυναμωμένοι, φαίνονταν βραχυκυκλωμένοι και αποπροσανατολισμένοι. Ακόμη και ο Wałęsa, κατόπιν συμβουλών από δυτικές χώρες, υπήρξε ήπιος στην κριτική του. Αντίστοιχα, στο παιχνίδι των εντυπώσεων, και η κυβέρνηση προέβη σε κάποιες χειρονομίες προς το Συνδικάτο, με τις διακριτικές πιέσεις του αμερικανικού παράγοντα σε παρασκηνιακή επικοινωνία με το καθεστώς.
Ωστόσο, το όλο εγχείρημα έδωσε ευκαιρία σε ζυμώσεις. Ήταν κατανοητό και στους τρεις παίκτες ότι ένα λάθος, πέραν των επιπτώσεων σε βάρος εκείνου που το διέπραττε, θα έθετε υπό αμφισβήτηση την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Η αναβολή λήψεως των αναγκαίων οικονομικών μέτρων ήταν σύντομη, μέχρι την 1η Φεβρουαρίου 1988. Τα μέτρα υπήρξαν, όντως, σκληρά. Όμως, ούτε ο κόσμος ούτε η Αλληλεγγύη αντέδρασαν ιδιαιτέρως έντονα. Υποστηρίζοντας την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων, το Συνδικάτο, με ικανή αυτοσυγκράτηση, ζήτησε τη μείωση των αυξήσεων των τιμών των αγαθών. Ο ίδιος ο Wałęsa, σε πνεύμα ρεαλισμού και μετριοπάθειας, προέτρεπε να μην υπάρξουν επιθέσεις κατά των αρχών, πιθανόν με την υστεροβουλία να μην παρενοχληθεί ο Gorbachev στους δικούς του χειρισμούς.

Οι αποχρώσες ενδείξεις μαρτυρούσαν ένα είδος αμεσώτερης επικοινωνίας μεταξύ Αλληλεγγύης και Κόμματος. Γεγονός είναι ότι η αποσύνθεση του κρατικού μηχανισμού γινόταν καθημερινά πιο αισθητή. Καθ’ όν χρόνο το εξωτερικό χρέος καθίστατο βρόγχος για τον εξορθολογισμό της οικονομίας, τα κρατικά στελέχη δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν την ηγεσία.
Εν μέσω αυτής της αοριστίας, η Εκκλησία ανέλαβε πρωτοβουλία προτείνοντας την οργάνωση «στρογγυλής τραπέζης» με θέμα την έξοδο από την οικονομική κρίση. Και πάλι η ιδέα δεν καρποφόρησε. Οι απεργιακές κινητοποιήσεις εξουδετέρωσαν την όλη προσπάθεια. Άλλωστε, το οικονομικό-κοινωνικό κλίμα επεδεινούτο με υπαιτιότητα της ηγεσίας καθ’ ον χρόνο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ηρνείτο περαιτέρω οικονομική βοήθεια. Η Πρωτομαγιά που πλησίαζε δεν αποτελούσε παράγοντα εφησυχασμού για το Κόμμα. Η κατάσταση βρισκόταν επί ξυρού ακμής. Στις απεργιακές κινητοποιήσεις παρενέβησαν οι δυνάμεις ασφαλείας, χωρίς, εντούτοις, θύματα. Με την επιδείνωση της καταστάσεως, δυτικές κυβερνήσεις αισθάνθηκαν την ανάγκη να παρέμβουν κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου. Η Ουάσιγκτων, με τον φόβο ότι η κρίση κινδύνευε να ναρκοθετήσει την προσπάθεια προσεγγίσεως Jaruzelski- Wałęsa αναστέλλοντας τη διαδικασία εκδημοκρατισμού της χώρας, πέραν των παροτρύνσεων για συνέχιση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων, επέμενε στην ανάγκη ενάρξεως ενός ειλικρινούς διαλόγου με στόχο την ελευθερία του πολωνικού λαού. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα από την πλευρά της, εξέδωσε μια ήπια δήλωση, έστω την τελευταία στιγμή, όταν κατόπιν μεσολάβησης της Εκκλησίας τα ναυπηγεία του Γκντανσκ εκκενούντο ειρηνικά, χωρίς περαιτέρω συνέπειες.
Τα χειρότερα απεφεύχθησαν, ενώ άλλα σημάδια υπεδείκνυαν το πνεύμα φιλελευθεροποιήσεως που γινόταν πιο αισθητό. Θεωρήθηκε ότι δεν ήταν συμπτωματικό ότι τον χειμώνα 1988 κεντρικό θέατρο της πρωτεύουσας, διευθυντής του οποίου ήταν γνωστό κομματικό στέλεχος, παρουσίασε έργο για την ανεξαρτησία της Πολωνίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη σκηνή ενεφανίζετο ο στρατηγός Josef Pilsudski, ο ηγέτης της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας, προκαλώντας τον ενθουσιασμό του κοινού. Παρηκολούθησα με τη σύζυγό μου μια παράσταση, προσπαθώντας να καταλάβουμε, με τα λίγα πολωνικά που είχαμε μάθει στο μεταξύ, τα όσα διεδραματίζοντο επί σκηνής. Ήταν εκπληκτικό ότι το κοινό, όρθιο, τραγουδούσε μαζί με τους ηθοποιούς παλιούς εθνικούς θούριους. Στο θέατρο κυριαρχούσε μια περίεργη ατμόσφαιρα εθνικιστικής εξάρσεως! Θεωρήθηκε ότι και η περιορισμένης εμβέλειας αυτή χειρονομία απέβλεπε ακριβώς στην αφύπνιση της Πολωνικής κοινωνίας.
Ενώ αποφάσεις των διαφόρων κομματικών plenums επανείρχοντο στην ιδέα διευρύνσεως του διαλόγου, οι εκλογές για την ανάδειξη τοπικών αρχών προσέκοψαν πάλι στην αδιαφορία του κόσμου, με 44% αποχή, υποδεικνύοντας ότι οι Πολωνοί δεν ήσαν ακόμη ικανοποιημένοι από τις χειρονομίες της ηγεσίας. Τον Αύγουστο του 1988 οι μαζικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας για την επιδείνωση της οικονομικής καταστάσεως είχαν ως μόνιμη επωδό τη νομιμοποίηση της Αλληλεγγύης. Διαισθανόταν κανείς την κοινωνική ένταση και την επώαση εξελίξεων.
Γεγονός απετέλεσε η πρώτη επίσκεψη του Α’ Γραμματέως του ΚΚΣΕ, συντρόφου Mikhail Gorbachev, τον Ιούλιο του 1988. Η επίσκεψη δεν απέδωσε τα αναμενόμενα από πολωνικής πλευράς. Οι δηλώσεις του Σοβιετικού ηγέτη δεν απετέλεσαν τη χειρονομία που ανεμένετο. Ακόμη και για την περεστρόικα και την γκλάσνοστ οι αναφορές υπήρξαν υποτονικές. Μοναδικό στοιχείο άξιο αναφοράς υπήρξε η συνάντησή του με τμήμα της αντιπολιτευτικής intelligentsia, όχι όμως της Αλληλεγγύης. Ούτε για τα «λευκά σημεία» της ιστορίας μεταξύ των δύο χωρών προέβη σε κάποια δήλωση. Τουναντίον, ήταν σαφές ότι η επίσκεψη συνέβαλε στην τόνωση του προσωπικού γοήτρου του Πολωνού ηγέτη. Ουσιαστικά, αν στα λόγια σημειώθηκε υστέρηση, η ενθάρρυνση προς τις μεταρρυθμίσεις υπεδηλώθη από την έμμεση αλλά σαφή υποστήριξη προς τον στρατηγό.4 Ας σημειώσω την ιδιαιτερότητα ότι ο Ρώσος πρέσβυς στη Βαρσοβία, μέλος κατά το σύνηθες του Σοβιετικού Πολιτμπυρό, σκληροπυρηνικός κομμουνιστής ο ίδιος, μιλούσε ανοικτά στους συναδέλφους του πρέσβεις, και σε μένα προσωπικά, με πύρινες εκφράσεις κατά του Α’ Γραμματέως του ΚΚΣΕ και της πολιτικής που προωθούσε στη Μόσχα, ένδειξη των εκεί ιδεολογικών συγκρούσεων.

Γενικώς, η εποικοδομητική χημεία των δύο ανδρών επέτρεπε την καλόπιστη αντιμετώπιση πολλών ακανθωδών ζητημάτων. Στο κλίμα αυτό, λίγο αργότερα, το 1990, ο Σοβιετικός ηγέτης έκανε στον στρατηγό ένα πολύτιμο δώρο για την Πολωνία: παρεδέχθη, κατόπιν αιτήματος του Πολωνού ηγέτη, ότι η ειδεχθής δολοφονία των 14.000 αξιωματικών, αλλά και διανοουμένων, συνολικά 22.000 Πολωνών, στο δάσος του Κατύν, δεν είχε διαπραχθεί από τα γερμανικά στρατεύματα το 1941, αλλά τον Μάρτιο/Ἄπρίλιο του 1940 από τις μυστικές υπηρεσίες της Σοβιετικής Ενώσεως! Έτσι εκαλύφθη ένα μεγάλο συναισθηματικό κενό των Πολωνών. Η πεποίθηση, αναπόδεικτη, ήταν εδραιωμένη στον λαό ότι το έγκλημα είχαν διαπράξει οι Ρώσοι. Η παραδοχή αυτή δεν αρκούσε βέβαια ούτως ώστε να επουλώσει τις ψυχολογικές ουλές της Πολωνίας έναντι του ανατολικού γείτονα. Οι ουλές αυτές συνεχίζουν μέχρι σήμερα να πρωτοστατούν στις διμερείς σχέσεις, επηρεάζοντας το γενικότερο ισοζύγιο μεταξύ Ανατολής και Δύσεως.
Ας προσθέσω κάτι το προσωπικό: το τραγικό συναίσθημα που ένοιωσα όταν, το 1989, μετέβην και εγώ στο ετήσιο προσκύνημα του πολωνικού λαού στο μνημείο του Κατύν, στο κεντρικό νεκροταφείο της Βαρσοβίας. Μία μακριά, σιωπηρή, πορεία με αναμμένα καντηλάκια για τα θύματα της σοβιετικής θηριωδίας.
Τα εκατέρωθεν μηνύματα πλήθαιναν, υποδηλώνοντας ότι οι ζυμώσεις προχωρούσαν. Η Εκκλησία παρέμενε ενεργός συμπαραστάτης των δύο μερών ως ηθικός εγγυητής.
Η πρώτη επίσημη επαφή μετά τον στρατιωτικό νόμο μεταξύ Κόμματος και Αλληλεγγύης, πραγματοποιήθηε στις 31 Αυγούστου 1988 μέσα σε ένα κλίμα φορτισμένης αναμονής,. Η συνάντηση, επιτυχής, κατέληξε στη συμφωνία πραγματοποιήσεως της «Στρογγυλής Τραπέζης». Σκοπός: η ριζοσπαστική αναθεώρηση του πολιτικού συστήματος! Συνέπεια: η νομιμοποίηση της Solidarność. Το καθεστώς απεδέχετο την πρόκληση! Οι δύο πόλοι, έπειτα από πολλές μακρές και επίπονες διαπραγματεύσεις στα παρασκήνια, με την υπευθυνότητα που απαιτούσαν οι συνθήκες συνεφώνησαν να προχωρήσουν στον αναγκαίο συμβιβασμό για τη σωτηρία της χώρας.
Στο τέλος του 1988, το κοινωνικό κλίμα ήταν βαρύ. Ο στρατηγός, με το στενό επιτελείο των ομοϊδεατών του, αναζητούσε στηρίγματα προκειμένου να μπορέσουν να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις. Ο νέος (Σεπτέμβριος 1988- Αύγουστος 1989) πρωθυπουργός φέρελπις – κομμουνιστής – πολιτικός Mieczyslaw Rakowski, που διατηρούσε αρχικά επιφυλακτικές θέσεις σε ό,τι αφορούσε την Αλληλεγγύη, δεν ήταν σε θέση να συμβάλλει στην ομαλοποίηση της καταστάσεως. Με τα βαρίδια του σκληροπυρηνικού Κόμματος, η ηγεσία έπρεπε να κάνει την υπέρβαση! Αυτή προέκυψε τον Ιανουάριο του 1989, όταν ο Jaruzelski απείλησε, κατά τις εργασίες της ολομέλειας, ότι θα παραιτηθεί εάν το Κόμμα δεν στήριζε τη σύγκληση «Στρογγυλής Τραπέζης» και τη νομιμοποίηση της Αλληλεγγύης! Το plenum αυτό απετέλεσε πράξη ηρωισμού για την Πολωνία και αυτοακρωτηριασμού για το Κόμμα!
Τον Φεβρουάριο του 1989, ένδειξη της συγκλίσεως των εκατέρωθεν θέσεων απετέλεσε άρθρο σε καθεστωτικό περιοδικό του καθηγητού Geremek, κεντρικής πολιτικής προσωπικότητος του Συνδικάτου, όπου υπεγράμμιζε τους λόγους, για τους οποίους η κατάσταση ήταν ώριμη για την έναρξη του διαλόγου.
Δύο γεγονότα σημάδεψαν θετικά την περίοδο αυτή, από πλευράς της αντιπολιτεύσεως. Ο τηλεοπτικός διάλογος (30 Νοεμβρίου 1988) που επέτρεψε το καθεστώς, αμάμεσα στον Wałęsa και τον «ομόλογό του» του επισήμου εργατικού συνδικάτου και εξέχον μέλος του Ενιαίου Εργατικού Κόμματος, διάλογος ο οποίος εξελίχθηκε σε μια απίστευτη επιτυχία για τον ηλεκτρολόγο του Γκντανσκ. Όπως επίσης, τον Ιανουάριο του 1989, η επίσκεψη του ηγέτου της Αλληλεγγύης στο Παρίσι, κατόπιν προσκλήσεως του προέδρου Mitterand. Έγινε δεκτός σχεδόν με τιμές αρχηγού κράτους, αποκτώντας, με τον τρόπο αυτόν, το χρίσμα ενός αποδεκτού πολιτικού αρχηγού. Δείγμα της γαλλικής διπλωματικής ευελιξίας.
Η διαδικασία της Πολωνικής «Στρογγυλής Τραπέζης»
Εν τέλει, στις 17 Σεπτεμβρίου 1988, άρχισε η διαδικασία της «Στρογγυλής Τραπέζης» σε ένα προάστιο της Βαρσοβίας, την Magdalenka. Η δυστοκία εντός του Κόμματος ήταν γνωστή. Η κατάσταση είχε σχεδόν ξεφύγει του ελέγχου του στρατηγού, ο οποίος, όπως προανέφερα, απείλησε με παραίτηση στην ολομέλεια του Δεκεμβρίου-Iανουαρίου. Μία δεύτερη συνάντηση, τέλη Ιανουαρίου 1989, ολοκλήρωσε τα προδικαστικά των συνομιλιών. Η ουσιαστική φάση θα άρχιζε στις 6 Φεβρουαρίου. Τα ερωτηματικά και ο φόβος μήπως οι πρωταγωνισταί παρεσύροντο σε ακρότητες ήταν έκδηλα. Το ερώτημα που επλανάτο στα παρασκήνια σχετιζόταν με τη στάση του στρατεύματος (έστω και αν ηλέγχετο από τον αδιαμφισβήτητο ηγέτη του, τον στρατηγό Jaruzelski), εφ’ όσον αυτό εκαλείτο να παραχωρήσει ουσιαστικό μέρος της εξουσίας του!
Ο Ιανουάριος του 1989 υπήρξε μήνας προετοιμασίας αλλά και αγωνίας. Τα δύο στρατόπεδα επεξεργαζόντο τις θέσεις τους στην πρωτόγνωρη αυτή διαδικασία. Υπελόγιζαν τις αντιδρασεις των αντιπάλων, εξεπαίδευαν τα στελέχη τους στις νέες συνθήκες και τους όρους των συνομιλιών και των διαπραγματεύσεων, αξιολογούσαν κάθε δυνατή παγίδα εκ μέρους της άλλης πλευράς. Συνεφωνήθη η δημιουργία τριών επιτροπών: 1) για πολιτικά/κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα, 2) για τη μετάλλαξη του πολιτικού συστήματος και 3) για τα συνδικάτα και τη νομιμοποίηση της Solidarność. Τουναντίον, δεν προεβλέπετο συζήτηση για εξωτερική πολιτική. Από πλευράς Αλληλεγγύης, προΐστατο ο ίδιος ο Wałęsa. Ο Jaruzelski έκρινε ότι δεν έπρεπε να συμμετάσχει, όντας ο ίδιος ρυθμιστής της διαδικασίας και εγγυητής του κύρους του κράτους. Τέλος, η Εκκλησία, αν και δεν θα συμμετείχε ως ενεργό μέλος της Τραπέζης, θα εξεπροσωπείτο από δύο παρατηρητές.
Σε ολόκληρο αυτό το διάστημα έντονης αναμονής, παρακολουθούσα τη διαδικασία μέσω φίλων, υψηλόβαθμων πλέον στελεχών της Αλληλεγγύης. Μερικοί έρχονταν στην πρεσβεία, μετά τις συναντήσεις στην Magdalenka, προκειμένου να με ενημερώσουν επί των τελευταίων εξελίξεων! Με άλλους, όπως τον καθηγητή Geremek, είχαμε συχνά διευρυμένα δείπνα στην όμορφη και φιλόξενη ατμόσφαιρα της πρεσβευτικής κατοικίας. Με ιδιαίτερη χαρά φέρνω πάλι στο νου μου τις σπουδαίες εκείνες στιγμές επικοινωνίας με τους εξαίρετους Πολωνούς φίλους, οι οποίοι πλέον έχουν φύγει από την ζωή…

Η «Στρογγυλή Τράπεζα» διήρκεσε δύο μήνες, μέχρι την 4η Απριλίου 1989. Οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν εύκολες, τόσο μάλλον που το Κόμμα υπαναχωρούσε συχνά από θέσεις που είχε νωρίτερα αποδεχθεί. Όμως, η ατμόσφαιρα ήταν θετική, διαπνεόμενη από διάθεση εξευρέσεως λύσεων. Κατέληξε να είναι φιλική! Με το πέρας των εργασιών άνοιξε η διαδικασία αναγνωρίσεως και πάλι της Solidarność. Ουσιαστικά, τα αποτελέσματα της Στρογγυλής Τράπεζας συμβολίζουν το τέλος του κομμουνισμού στην Πολωνία! Όπως ανεγνωρίσθη, νικητής δεν υπήρξε ούτε η μία ούτε η άλλη πλευρά αλλά ο Πολωνικός λαός.
Οι εκλογές του Ιουνίου 1989 και η ανάρρηση του στρατηγού Jaruzelski στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας
Αίσθηση προκάλεσε η αιφνίδια πρόταση του κυρίου εκπροσώπου του Κόμματος να δημιουργηθεί θέση Προέδρου της Δημοκρατίας με ευρείες αρμοδιότητες. Μετά την αρχική άρνηση της Αλληλεγγύης, το καθεστώς επανήλθε με τη διευρυμένη πρόταση δημιουργίας ταυτόχρονα και Γερουσίας. Στην άρνηση και πάλι του Συνδικάτου, ο ανερχόμενος νέος πολιτικός (και μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας), Aleksander Kwaśniewski, επέτυχε ώστε να γίνει δεκτή η πρόταση για τον Προέδρο Δημοκρατίας έναντι μιάς ελεύθερα εκλεγόμενης Γερουσίας! Το άμεσο μέλλον απέδειξε πόσο σωστή ήταν η απόφαση του Συνδικάτου να αποδεχθεί την πρόκληση: από τα 100 μέλη της Γερουσίας τα 99 προήρχοντο από την Αλληλεγγύη!5
Άλλο καίριο ζήτημα, ήταν το εκλογικό σύστημα. Θεσπίστηκε τελικώς ένα δύσκαμπτο μόρφωμα που έκρυβε παγίδες για το Κόμμα, αν και δικής του εμπνεύσεως: 65% από τον καθεστωτικό συνασπισμό, δηλ. τα τρία κόμματα της εξουσίας (Εργατικό, Αγροτικό, Δημοκρατικό), 35% προερχόμενο από ανεξαρτήτους υποψηφίους, που θα υπεδεικνύοντο από την Αλληλεγγύη, δείγμα δημοκρατικού πλουραλισμού με την κατάργηση του κομμουνιστικού προτύπου διακυβερνήσεως. Ο ηγέτης της Αλληλεγγύης δεν θέλησε να είναι υποψήφιος ούτε για την Βουλή ούτε για την Γερουσία, διατηρώντας την υπερκομματική του φυσιογνωμία.
Λίγες ημέρες προ των εκλογών, έδωσε το παρόν και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας. Mειοψηφική, εξ ανάγκης που εύκολα γίνεται κατανοητή, συνέπλεε με την εξουσία. Η δήλωσή της ήταν υποστηρικτική του Κόμματος.
Σε διάγγελμά του την προτεραία των εκλογών, ο στρατηγός, με ιδιαίτερη μετριοπάθεια έκανε θετικά σχόλια για τη «Στρογγυλή Τράπεζα», τα αποτελέσματα της οποίας χαρακτήρισε ως σοφό και χρήσιμο συμβιβασμό.
Οι εκλογές που διεξήχθησαν στις 4 και 18 Ιουνίου με μεγάλη αποχή και πάλι, απέδειξαν τις ψευδαισθήσεις της κρατικής ηγεσίας. Τα αποτελέσματα υπήρξαν καταιγιστικά εις βάρος της. Προεκλογικά, η τελευταία παρουσιάστηκε ασυντόνιστη και χωρίς πυγμή, ενώ το σκληροπυρηνικό κατεστημένο δυσχέραινε τους χειρισμούς. Τελικώς, όπως ανεμένετο, οι «ανεξάρτητοι» υποψήφιοι εξελέγησαν όλοι – πλην ενός – από την Αλληλεγγύη. Όμως, η έκπληξη ήταν οι «κομματικοί»! Μόνον ένας εξελέγη στον πρώτο γύρω. Η παλαιά νομενκλατούρα έμεινε εκτός Βουλής: από τους 15 υποψηφίους που θα εξελέγοντο αν ελάμβαναν άνω του 50% ουδείς εξελέγη. Στον δεύτερο γύρο προέκυψαν άλλες ανατρεπτικές εκπλήξεις, εφ’ όσον το Συνδικάτο είχε φροντίσει πολλοί από τους υποψηφίους των δύο μικρών κυβερνητικών κομμάτων να είναι συμπαθούντες προς αυτό. Αποτέλεσμα ήταν ότι το Κόμμα δεν κατάφερε να εξασφαλίσει μια πραγματική πλειοψηφία!
Από την πλευρά της η Solidarność δεν θέλησε να κατατροπώσει το Κόμμα, δεν επεδίωξε την ολοκληρωτική ήττα του στον δεύτερο γύρο. Κάτι τέτοιο κινδύνευε να έχει αντίθετα αποτελέσματα. Όπως προσφυώς είχε λεχθεί από στέλεχος του Συνδικάτου, «δεν είναι σωστό να αποτελειώσει κανείς κάποιον που πνέει τα λοίσθια»!
Παρά ταύτα, τα κύρια στελέχη του Κόμματος έμειναν εκτός Βουλής! Αν και οι εσωτερικές αντιδράσεις υπήρξαν έντονες και ακούστηκαν φωνές να ακυρωθούν οι εκλογές εφ’ όσον δεν ετηρήθησαν τα συμπεφωνημένα, επεδείχθη ψυχραιμία και απεφεύχθησαν ατοπήματα. Τα τραγικά αυτά αποτελέσματα έδωσαν την ευκαιρία σε μία ειλικρινή ενδοσκόπηση. Το Κόμμα απεδέχθη τα λάθη του. Τα αποτελέσματα θεωρήθηκαν ως δημοψήφισμα ιδιαιτέρης βαρύτητος. Και τα στελέχη συνειδητοποίησαν, εκ των υστέρων βέβαια, ότι οι ψηφοφόροι της Αλληλεγγύης ψήφιζαν πρωτίστως ένα σύμβολο, όχι πρόσωπα. Ένα σύμβολο που ασκούσε ιδιαίτερη έλξη στον λαό.
Γενικώς, και από τις δύο πλευρές επεδείχθη πνεύμα κατανοήσεως, ανάλογο με τη σοβαρότητα του συνολικού εγχειρήματος. Συμπερασματικά, το Κόμμα, σε κάθε νέο βήμα εκδημοκρατισμού, απογυμνωνόταν από το κύρος και τη νομιμότητά του. Η νέα αυτή «ανατροπή» επεσφράγισε τις εξελίξεις.

Η Δύση, στη συγκεκριμένη φάση έδωσε ένα ηχηρό παρόν στηρίξεως των εξελίξεων στην Πολωνία. Ο στρατηγός, ως πρωτεργάτης, έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές στο Λονδίνο και στις Βρυξέλλες. Ο Γάλλος πρόεδρος Mitterrand επεσκέφθη επισήμως τη Βαρσοβία μεταξύ των δύο γύρων, με συμβολική τη σημασία της επισκέψεως αυτής. Λίγο αργότερα, τον Ιούλιο, η πολωνική πρωτεύουσε υπεδέχθη τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, George Bush, ο οποίος σημειωτέον – ιδιαίτερη χειρονομία εκ μέρους του – επεσκέφθη τους δύο Πολωνούς ηγέτες στην κατοικία τους, τον Wałęsa μάλιστα στο Gdansk! Η αντίστοιχη χειρονομία από Γερμανικής πλευράς σημειώθηκε λίγο αργότερα, με επίσκεψη του καγκελλαρίου Helmut Kohl στη Βαρσοβία, αρχές Νοεμβρίου 1989. Συνέπεσε χρονικά με την πτώση του τείχους στο Βερολίνο.
Από πλευράς Μόσχας, τέλος, τα μηνύματα υπήρξαν καθησυχαστικά, τόσο μάλλον που από πλευράς Βαρσοβίας ήταν σαφές ότι δεν επεδιώκετο η παρενόχληση της περεστρόϊκα. Αποτέλεσμα ήταν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες της Μόσχας, όπως η πρόσκληση του γνωστού μαρξιστή της Αλληλεγγύης Adam Michnik, αλλά, λίγο αργότερα και του Wałęsa, κατόπιν διακριτικής προτροπής του ιδίου του Jaruzelski.
Επόμενο βήμα προς την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας ήταν η εκλογή Προέδρου της χώρας. Ήδη από καιρό ψιθυριζόταν μία άτυπη συμφωνία στο πρόσωπο του στρατηγού. Σκοπός: η εγγύηση της ομαλής περαιτέρω διαδικασίας. Όμως, ο ίδιος ο στρατηγός κλυδωνιζόταν στην απόφασή του. Στις 2 Ιουλίου δήλωσε στην ολομέλεια του Κόμματος ότι δεν σκόπευε να υποβάλει υποψηφιότητα. Κεραυνός εν αιθρία! Εν τέλει, με την προτροπή των κομμάτων, της Μόσχας, της Ουάσιγκτων αλλά και την απόφαση, στα παρασκήνια, της Αλληλεγγύης να επιτρέψει σε στελέχη του να ψηφίσουν υπέρ αυτού, ο Jaruzelski επείσθη. Ήταν ο μόνος υποψήφιος.
Η ημέρα της εκλογής χαρακτηρίσθηκε από έκδηλο εκνευρισμό. Δεν έπρεπε η διαδικασία να διαταραχθεί με ένα λάθος αποτέλεσμα και να χαθεί το momentum των μεταρρυθμίσεων. Ο στρατηγός έπρεπε να εκλεγεί για το καλό της Πολωνίας. Ο ίδιος προσέβλεπε σε μια άνετη υπερψήφιση ως ψήφο εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό του. Το Συνδικάτο πάλι, επεδίωκε μεν την εκλογή του, όμως με τη μικρότερη δυνατή πλειοψηφία, όχι ως λαοπρόβλητο ηγέτη, ώστε να μεταδοθεί το κατάλληλο μήνυμα. Το εγχείρημα, εν τούτοις, δεν ήταν εύκολο. Αν θεωρητικά, η πλειοψηφία στο εκλεκτορικό σώμα – Βουλή και Γερουσία – μπορούσε να επιτευχθεί, στην πράξη, δοσομετρικά, ήταν δύσκολα προσδιορίσιμη.
Έζησα τη διαδικασία στο αμφιθέατρο της Βουλής, όπου έλαβε χώρα η ψηφοφορία (19 Ιουλίου 1989) μαζί με δύο-τρεις άλλους πρέσβεις. Χρειάσθηκε να πραγματοποιηθούν τρεις καταμετρήσεις. Η απαιτούμενη απόλυτη πλειοψηφία ήταν 270 ψήφοι. Η πρώτη καταμέτρηση απέδωσε ακριβώς 270 θετικά ψηφοδέλτια! Έγινε νέα καταμέτρηση: 269! Στην τρίτη πάλι καταμετρήθηκαν 270. Η εφορευτική επιτροπή επεκύρωσε το αποτέλεσμα και η εκλογή του στρατηγού ως Προέδρου της Πολωνίας επεσφραγίσθη έστω και με οριακή πλειοψηφία. Η ανακούφιση ήταν μεγάλη.

Οι υπολογισμοί από πλευράς της Αλληλεγγύης ήταν χειρισμοί μικρο-χειρουργικής! Με υπερψηφίσεις από κάποιους, με αποχές από άλλους, σε συνεννόηση με τα άλλα δύο κόμματα της συμπολιτεύσεως. Την επομένη με επεσκέφθη στο γραφείο φίλος, στέλεχος της Solidarność. Μου ενεπιστεύθη ότι η μεθόδευση και η επιτυχία της εκλογής «απετέλεσε την συμβολή της Αλληλεγγύης στην ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων στην Πολωνία»!
Η κατάσταση στη Βαρσοβία έβαινε προς την ομαλοποίηση. Απέμενε ο σχηματισμός κυβερνήσεως. Και τούτο δεν ήταν εύκολο. Ο πρωθυπουργός έπρεπε, κατά τα συμφωνηθέντα, να προέρχεται από το Κόμμα. Ο Μichnik ήταν αυτός που έλυσε τον γόρδιο δεσμό: «δικός σας Πρόεδρος», είπε, «δικός μας πρωθυπουργός!». Το αξίωμα περιήλθε στον γνωστό συντηρητικό Tadeusz Mazowiecki, μετά τον αποκλεισμό δύο άλλων υποψηφίων. Οι κύριοι υπουργοί προήρχοντο από το Συνδικάτο. Τρεις ήσαν από το Κόμμα, ώστε να ληφθούν υπ’ όψιν οι επιθυμίες της Μόσχας : των Εσωτερικών, της Αμύνης και των Μεταφορών.6 Υπουργός Εξωτερικών ονομάσθηκε ο σεβάσμιος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο τoυ Πόζναν, Krzysztof Jan Skubiszewski, του περιβάλλοντος του Πριμάτου Glemp. Λίγο γνωστός στην πρωτεύουσα, αλλά με σημαντικές διεθνείς περγαμηνές.

Στις 12 Σεπτεμβρίου η κυβέρνηση Mazowiecki ελάμβανε ψήφο εμπιστοσύνης σχεδόν με ομοφωνία. Άλλη μία ορθή πράξη προς την ομαλοποίηση του καθεστώτος. Το τιτάνιο, πλέον, έργο διασώσεως της οικονομίας άρχιζε με την ψήφιση του προγράμματος Balcerowicz, υπουργού Oικονομικών. Περί τα τέλη του έτους ο πρωθυπουργός προσεκλήθη στη Μόσχα. Οι διμερείς σχέσεις ελάμβαναν τη φυσιολογική πορεία τους. Έκπληξη προκάλεσε στη Βαρσοβία η γεμάτη συμβολισμό επίσκεψη στον νέο πρωθυπουργό του αρχηγού της KGB, Vladimir Aleksandrovich Kryuchkov, για να τον ενημερώσει επισήμως.
Στις προγραμματικές δηλώσεις του, επικεντρωμένες στην οικονομία, ο πρωθυπουργός, αυστηρός και λιτός, υπεγράμμισε ότι η Πολωνία θα τηρούσε με εμμονή τις διεθνείς υποχρεώσεις της, όχι σαν τακτικό ελιγμό αλλά ως πεποίθηση.
Αν από πλευράς Μόσχας τα τεκταινόμενα στη χώρα δεν αντιμετωπίζοντο αρνητικά, δεν συνέβαινε το ίδιο στα αδελφά Κομμουνιστικά Κόμματα της Ανατολικής Ευρώπης. Η Ρουμανία του Ceaușescu ετάσσετο αναφανδόν κατά του «πολωνικού πειράματος». Τα μηνύματα με προέλευση την Τσεχοσλοβακία και την Ανατολική Γερμανία ήσαν μη φιλικά. Εθεωρείτο, μεταξύ άλλων, ότι μία κυβέρνηση της Αλληλεγγύης υπερέβαινε τα όρια ανοχής. Θυμούμαι την ένταση που διεγράφετο στην πολωνική πρωτεύουσα.
Στοιχείο της εξισώσεως ήταν και ο Στρατός. Οι ένοπλες δυνάμεις δεν αποτελούσαν κομματικό όργανο. Ήσαν πιστές, κατ’ αρχήν, στην ηγεσία, υπό τον έλεγχο του φυσικού ηγέτη του, του στρατηγού Jaruzelski. Μερικές σειρήνες αντετάσσοντο στις μεταρρυθμίσεις, εφ’ όσον, πρόδηλα, μετά την ομαλή εξέλιξη, ο ρόλος τους εκμηδενιζόταν. Εξαναγκάσθηκαν να συμπλεύσουν. Λίγο αργότερα η μυστική αστυνομία κατηργήθη. Παράλληλα παραιτήθηκε ο στρατηγός υπουργός Εσωτερικών καθώς και ο υπουργός Αμύνης. Αντεκατεστάθησαν από μη μέλη του Κόμματος.
Σε ολόκληρη αυτή την περίοδο, η Εκκλησία διεδραμάτιζε τον ρόλο που της είχε αναγνωρισθεί, στηρίζοντας εναλλακτικά κάθε πόλο. Είχε σχηματίσει στα πλαίσια των νομοθετικών σωμάτων τον δικό της κύκλο, ξεχωριστό από αυτόν της Αλληλεγγύης, μέσω του οποίου παρακολουθούσε και επηρέαζε τις εξελίξεις. Ο Πριμάτος, πάντως, μετά την ομαλοποίηση της καταστάσεως ήθελε να επαναφέρει την Εκκλησία στην καθαρά πνευματική της διάσταση, μακράν της πολιτικής.
Ουσιαστικά, η περίοδος αστάθειας για την Πολωνία είχε τερματισθεί. Η Τρίτη Δημοκρατία είχε εγκαθιδρυθεί! Η χώρα ονομάζετο πλέον «Δημοκρατία της Πολωνίας», έχοντας απαλείψει τον επιθετικό προσδιορισμό «Λαϊκή»! Τα βλέμματα ήταν πλέον στραμμένα προς το μέλλον. Αυτό που χρειαζόταν ακόμη ήταν η συνέχιση της πολιτικής ισορροπιών. Για κάποιο διάστημα αυτές ετηρήθησαν. Μία συνέπεια θα ήταν η διάλυση του αποσαθρωμένου, πλέον, Ενωμένου Εργατικού Κόμματος, και η διαμόρφωση νέων κομματικών θεσμών, της Σοσιαλδημοκρατικής Ένωσης του μεταρρυθμιστού κομμουνιστού Aleksander Kwasniewski, και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος του τέως πρωθυπουργού Mieczyslaw Rakowski.
Όμως, οι εξελίξεις δεν άφησαν ανεπηρέαστη ούτε την Αλληλεγγύη. Άρχισε, γρήγορα, να γίνεται έκδηλη η διάσταση μεταξύ Wałęsa και Mazowiecki. Έναυσμα απετέλεσε η άρνηση του πρωθυπουργού να δεχθεί την ονομασία υπουργών που του υπέδειξε ο ηγέτης του Συνδικάτου. Ουσιαστικά, υπέβοσκε ένας ανταγωνισμός εκ μέρους του πρώτου, ο οποίος πλέον, εκ των πραγμάτων δεν διαδραμάτιζε κανέναν θεσμικό, ουσιαστικό, ρόλο. Παρέμενε εκτός κεντρικού προσκηνίου. Αυταρχικές θέσεις που προέβαλλε προκαλούσαν δυσμενή σχόλια αξιωματούχων που τον προσέγγιζαν. Η προσεχής επίσκεψή του στην Ουάσιγκτων επέτεινε τις ανησυχίες και τον προβληματισμό των στελεχών της Solidarność. Η εμφανής ρήξη δεν θα αργούσε.
Οι βάσεις του νέου καθεστώτος είχαν τεθεί. Ο εκδημοκρατισμός παρουσίασε μια δυναμική εξέλιξη. Δρομολογήθηκαν νέες εκλογές τοπικής αυτοδιοικήσεως, προχώρησε η εκπόνηση νέου συντάγματος, έληφθησαν τα αναγκαία μέτρα για την οικονομία. Αυτή άρχισε να ανακάμπτει ικανοποιητικά. Νέοι επενδυταί συνέρρεαν, μεταξύ αυτών και Έλληνες.
Η αποστολή μου στη Βαρσοβία έληξε τον Απρίλιο του 1990, με την επιστροφή μου στην Κεντρική Υπηρεσία. Αξίζει, ωστόσο, να ολοκληρώσω την περιγραφή με μερικές ουσιαστικές πτυχές των μετέπειτα εξελίξεων.
Επίμετρο
Λίγο αργότερα ολοκληρώθηκαν οι εργασίες εκπονήσεως νέου Συντάγματος. Το νέο αυτό Σύνταγμα, με την έγκριση του Προέδρου του κράτους, υπήρξε ανατρεπτικό ως προς το παρελθόν. Μεταξύ άλλων εισήχθη και η άμεση εκλογή του Προέδρου από τον λαό. Ο στρατηγός Jaruzelski εδέχθη να παραιτήθεί. Ένα μόλις έτος μετά την ανάληψη των καθηκόντων του! Ο ρόλος του ως εγγυητού είχε ολοκληρωθεί επιτυχώς. Αλλά, ούτε τον λαό εξέφραζε πλέον, ούτε τη νέα πολιτική τάξη εκπροσωπούσε. Η νέα εκλογή Προέδρου έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο (1990). Εκεί, όμως, υπεκρύπτετο η έκπληξη! Μεταξύ άλλων, υποψηφιότητα έθεσε παρά τις αντίθετες απόψεις πολλών από τους παλαιούς συνοδοιπόρους του, και ο Lech Wałęsa. Πίστευε ότι την εκλογή του τού την όφειλε ο Πολωνικός λαός! Όμως, δεν εξελέγη στον πρώτο γύρο. Χρειάστηκε και δεύτερος. Με αντίπαλο, ούτε καν τον πρωθυπουργό Mazowiecki, αλλά έναν άγνωστο, κατά τα άλλα, εύπορο Πολωνό επιχειρηματία της διασποράς ονόματι Stanisław Tymiński!
Για να κλείσει το κεφάλαιο του παρελθόντος, έμενε μία «λεπτομέρεια»: η πλήρης εθνική κυριαρχία, με την απομάκρυνση των σοβιετικών στρατευμάτων. Το ζήτημα είχε θέσει ήδη ο Mazowiecki στη σοβιετική πλευρά από τον Μάρτιο 1990. Η συμφωνία επετεύχθη και η αποχώρηση των στρατευμάτων ολοκληρώθηκε εντός του 1993. Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας είχε διαλυθεί, σημειωτέον, από τον Ιούλιο του 1991.
Τον Οκτώβριο 1991 έγιναν κοινοβουλευτικές εκλογές, πλήρως δημοκρατικές, με το καινούργιο καλειδοσκόπιο κομμάτων. Όμως, ο λαός δεν ετίμησε, όπως θα ενεμένετο τα διάδοχα σχήματα του Συνδικάτου. Στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, το 1993, εκάλεσε στην εξουσία τη Δημοκρατική Αριστερή Συμμαχία, σε συνασπισμό με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του Kwasniewski. Οι βεβαιότητες ανετράπησαν ριζικά, αλλά δημοκρατικά. Σε σημείο που ο τελευταίος ανεδείχθη Πρόεδρος της Πολωνίας το 1995, νικώντας με μικρή διαφορά τον ίδιο τον Wałęsa.
Η νέα δημοκρατική χώρα, έγινε μέλος των Ευρωπαϊκών δομών: του Συμβουλίου της Ευρώπης, τον Νοέμβριο 1991, της ΕΟΚ, με την Συμφωνία Συνδέσεως να υπογράφεται τον Δεκέμβριο του 1991. Έγινε πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως μαζί με 9 άλλα κράτη, μεταξύ των οποίων και την Κύπρο, τον Μάιο του 2004 στη Σύνοδο Κορυφής της Αθήνας. Ακούστηκαν πολλές επικρίσεις για την ομαδική και πρόωρη αυτή απόφαση. Το 1996 έγινε μέλος του ΟΟΣΑ. ενώ στο ΝΑΤΟ ενετάχθη το 1999. Η αντίδραση της Ρωσίας στη διεύρυνση της συμμαχίας προς ανατολάς δεν ελήφθη υπ’ όψιν από τις Δυτικές Δυνάμεις.

Το «επεισόδιο» Πολωνία, στο γενικότερο πλαίσιο της αποσταθεροποιήσεως του Ανατολικού Συνασπισμού δεν δημιουργήθηκε ερήμην της Δύσεως. Η στρατηγική της τελευταίας επί χρόνια επηρέασε αποφασιστικά την ωρίμανση της καταστάσεως. Η πίεση του ΝΑΤΟ, η Ostpolitik της Δυτ. Γερμανίας, οι εκπομπές του Radio Free Europe, αργότερα η έναρξη των διαπραγματεύσεων MBFR (Mutual Balanced Force Reduction) και της CSCE (Conference for the Security and the Cooperation in Europe) με την τελική πράξη του Ελσίνκι (1977) αποτελούσαν φάσεις της στρατηγικής αυτής. Χωρίς βέβαια να είναι προκαθορισμένο το αποτέλεσμα κάθε μιας. Οι ικανές και αναγκαίες συνθήκες συνέκλιναν στην Πολωνία, όπου όλα αυτά τα χρόνια, είχε αναπτυχθεί ένα έντονο εθνικιστικό αίσθημα σε ολόκληρο το φάσμα της κοινωνίας. Οι τρεις πόλοι, συνεπικουρούμενοι από έναν τέταρτο, τη Μόσχα, συναισθανόμενοι τα αδιέξοδα, προχώρησαν στην ανατροπή. Το αίσθημα αυτό κατηύθυνε ως οδηγός σε πολλές αποφάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ο στρατηγός Jaruzelski ανελίχθηκε σε όλες τις βαθμίδες της πολιτικής ιεραρχίας. Αυτό συνέβη μεταξύ άλλων και διότι εξέφραζε το εθνικό Πολωνικό αίσθημα.
Προς επίτευξη της απαιτουμένης συμπτώσεως στην Πολωνική σκηνή των επιδιώξεων των πρωταγωνιστών απαιτήθηκε ο συντονισμός των προθέσεων, των οραμάτων αλλά και των συμφερόντων των δύο πλευρών, με τη συμπαράσταση της Καθολικής Εκκλησίας και τη σύμπλευση της Μόσχας χάρη στην προσωπικότητα του Gorbachev. Οι εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη επέτρεψαν στην ήπειρό μας να ξαναβρεί τη χαμένη ενότητά της και να επιτύχει την ανατροπή αποφάσεων που είχαν ληφθεί στο παρελθόν υπό την πίεση δραματικών γεγονότων.
Έκτοτε παρακολουθούμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα στη μεγάλη αυτή χώρα. Τελευταίως, παρουσιάσθηκαν πολλές ακραίες τάσεις προκαλώντας σκεπτικισμό για την μακρόπνοη διατήρηση του πνεύματος της «Στρογγυλής Τράπεζας».
Προτού περατώσω την ιστορία για τον εκδημοκρατισμό της Πολωνίας, θεωρώ αναγκαίο να αναφερθώ δι’ ολίγον και στην εξωτερική πολιτική της νέας Δημοκρατίας, και ιδίως στις σχέσεις Πολωνίας- Γερμανίας, όπως διαμορφώθηκαν το 1989, καίριες για την ειρήνη της Ευρώπης.
Η ιστορία της Πολωνίας με τους διαδοχικούς διαμελισμούς της στο διάβα των αιώνων, αποτελεί πάντοτε ένα συναισθηματικό βάρος για τον λαό της. Έπρεπε με τη νέα κατάσταση να διαμορφωθούν σχέσεις ασφαλείας και ισοτιμίας με τους δύο γείτονές της, τη Ρωσία και τη Γερμανία, επιτρέποντας στη χώρα να ανακτήσει την απόλυτη κυριαρχία της. Σε αυτό εστιαζόταν το νέο δόγμα εξωτερικής πολιτικής της δημοκρατικής Πολωνίας. Στόχο αποτελούσε η ακύρωση δύο επώδυνων πράξεων, της Συμφωνίας της Γιάλτας (1945) και του Συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ (1939). Κατάλληλο πρόσωπο για να επιτύχει τα ανωτέρω ήταν η καθηγητής Skubiszewski, ο νέος υπουργός Εξωτερικών, βαθύς γνώστης του Γερμανικού προβλήματος. Αν στη Δύση ο διορισμός του προκάλεσε κάποια έκπληξη, αντιθέτως στη Μόσχα δημιούργησε έντονα ερωτηματικά: πώς θα ήταν συμβατός με τους άλλους υπουργούς Εξωτερικών στο πλαίσιο του Συμφώνου της Βαρσοβίας; Οι πρώτες δηλώσεις του καθηγητού περί σχέσεων ισοτιμίας και καταβολής αποζημιώσεων στους Πολωνούς θύματα διώξεων στη Σοβιετική Ένωση, δεν ήσαν φύσεως να ηρεμήσουν τα πνεύματα στη Μόσχα. Γρήγορα, παρά ταύτα, τα σύννεφα διελύθησαν και οι αμφιβολίες για το πρόσωπο του νέου υπουργού ήρθησαν.
Πολύ σύντομα καθορίστηκαν οι παράμετροι της εξωτερικής πολιτικής, τις οποίες ανεκοίνωσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός στους διαπιστευμένους πρέσβεις: 1) συνεργασία προς πάσα κατεύθυνση, Ανατολή και Δύση, 2) αποκατασταση της εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας της χώρας, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της νέας ευρωπαϊκής τάξεως πραγμάτων, 3) σεβασμός του απαραβιάστου των συνόρων και τηρήσεως των συμφωνιών, 4) αφοπλισμός. Ο υπουργός Εξωτερικών διευκρινιστικά προσέθεσε την «από-ιδεολογικοποίηση» των επαφών με το εξωτερικό και την αναβάθμιση των σχέσεων με τη Μόσχα σε σχέσεις εταιρικής ισότητος. Από πλευρά της η Ρωσία αποδέχθηκε, μέσω του κοινού ανακοινωθέντος που εξεδόθη κατά την επίσκεψη του Schewarnadze στη Βαρσοβία, την αρχή της μη αναμίξεως στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών. Ένα επιπρόσθετο ουσιαστικό βήμα στην αποδέσμευση από τα βάρη του παρελθόντος και την ισότιμη ανέλιξη των διμερών σχέσεων απετέλεσε και η επίσκεψη του Πολωνού πρωθυπουργού στη Σοβιετική Ένωση, στα τέλη του 1990.
Όμως, ο φόβος εγκλωβισμού της Πολωνίας μεταξύ Ρωσίας και Γερμανίας δημιούργησε μια άλλη διάσταση: την ανάγκη δημιουργίας ενός άξονα βορρά-νότου, προς τη Βαλτική και την Κεντρική Ευρώπη. Αν οι πρώτες προσπάθειες δεν ευοδώθηκαν, εν συνεχεία, η δημιουργία της ομάδος του Βίσεγκραντ στήριξε την πολωνική επιδίωξη.
Έμενε η διευθέτηση των σχέσεων με τη Γερμανία και η οριστική αποδοχή εκ μέρους της δυτικής γείτονος των μεταπολεμικών συνόρων Oder-Neiße. Η μη οριστικοποίηση της γραμμής αυτής επέτρεπε, θεωρητικά, στη Γερμανία να διατηρεί διεκδικήσεις στα παλαιά εδάφη της, τώρα πλέον πολωνικά. Από πλευράς Βόννης, η αποδοχή της διευθετήσεως δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Οι σχέσεις μεταξύ της Δυτικής, ακόμη, Γερμανίας, και της Πολωνίας χαρακτηρίζοντο από ψυχρότητα και επιφυλακτικότητα. Όσο δε αφορούσε την Ανατολική Γερμανία, αν και είχε αναγνωρίσει τα σύνορα, οι σχέσεις ήσαν σχέσεις καχυποψίας. Άλλωστε η Πάνκοφ δεν συνέπλεε με τις μεταρρυθμιστικές τάσεις της Βαρσοβίας. Και από αυτήν την πλευρά, κανείς δεν φανταζόταν τις ταχύτατες εξελίξεις. Οι Πολωνοί αξιωματούχοι ανεγνώριζαν από καιρό ότι η ένωση της Γερμανίας ήταν ζήτημα χρόνου. Δεν είχαν συνειδητοποιήσει όμως, πόσο γρήγορα θα συνετελείτο αυτή.
Ο Willy Brandt ήταν ο μόνος Γερμανός καγκελλάριος που είχε επισκεφθεί ήδη από το 1970 τη Βαρσοβία. Ο Helmut Kohl ανεμέτο τον Νοέμβριο του 1989, αρκετά μετά την έναρξη των εξελίξεων στην Πολωνική πρωτεύουσα. Αλλά και οι επισκέψεις των υπουργών Εξωτερικών ήταν σπάνιες. Εκείνη του καγκελλαρίου είχε προετοιμασθεί με μεγάλη προσοχή, είχαν ορισθεί ειδικοί διαπραγματευταί από τις δύο πλευρές, τα κείμενα ήσαν έτοιμα.
Η έκπληξη προέκυψε κατά τη διάρκεια της επισκέψεως του καγκελλαρίου Kohl, στις 8 Νοεμβρίου 1989. Ἠδη το πρώτο βράδυ της επισκέψεως έλαβαν χώρα στο Βερολίνο τα γνωστά επεισόδια στο τείχος! Εν μέσω της δεξιώσεως που παρέθεσε ο Kohl – ήταν παρόντες οι πρέσβεις της ΕΕ – αιφνιδιασμένος ο ίδιος, αφού εξήγησε εκείνο που συνέβαινε στη Γερμανία, ανεκοίνωσε ότι ήταν υποχρεωμένος να δώσει το παρόν στο τείχος και ότι θα επέστρεφε την επομένη! Υπό το φως των γεγονότων αμφιβάλλαμε κατά πόσον θα του ήταν δυνατόν να επιστρέψει στη Βαρσοβία. Παρά ταύτα επανήλθε προς μεγάλη ικανοποίηση των Πολωνών. Τα δύο τμήματα της επισκέψεως τα χώριζε ουσιαστικά μια νέα πραγματικότητα: η επανενωμένη Γερμανία!

Η πτώση του τείχους του Βερολίνου σηματοδότησε την έναρξη της διαδικασίας ενώσεως της Γερμανίας! Αν και η επίσκεψη υπήρξε επιτυχής, τα αποτελέσματα όσον αφορά την αναγνώριση των συνόρων δεν ήταν φύσεως να καθησυχάσει τους Πολωνούς. Δεν υπήρξε, κατά την επίσκεψη, σαφής τοποθέτηση εκ μέρους των Γερμανών αξιωματούχων. Στη Βαρσοβία υπήρχε η αίσθηση, όχι αβάσιμα, ότι η Βόννη είχε αναστολές ως προς την απερίφραστη αναφορά στα εν λόγω σύνορα. Γι’ αυτό, όταν, λίγο αργότερα (2 Φεβρουαρίου 1990), άρχισαν οι διαβουλεύσεις 2+4 για την ενοποίηση της Γερμανίας, η Βαρσοβία απήτησε τη συμμετοχή της στις συνομιλίες. Φοβόταν ότι το κενό επιρροής που άφηνε σταδιακά η Μόσχα στην Ανατολική Ευρώπη, θα εκαλείτο να πληρώσει η ενωμένη και ισχυρή Γερμανία. Οι σκέψεις δεν ήσαν εκτός πραγματικότητος! Η ηγεσία της χώρας κινητοποιήθηκε πολύ δραστήρια. Εν τέλει, ικανοποιήθηκε εν μέρει, με τη στήριξη της Γαλλίας –η οποία προβληματιζόταν ζωηρά με την προοπτική ενώσεως της Γερμανίας – και της Βρετανίας: θα εκαλείτο να παρακαθίσει στις διαβουλεύσεις όταν οι 6 θα συζητούσαν το ζήτημα των συνόρων της ενιαίας Γερμανίας. Η υπόθεση εν τούτοις είχε πολλές άλλες σημαντικές παραμέτρους, οι οποίες δεν είναι της στιγμής να αναπτυχθούν.
Η συνθήκη μεταξύ των δύο χωρών για την αναγνώριση των συνόρων υπεγράφη στην Βαρσοβία στις 14 Νοεμβρίου 1990. Η Πολωνία αποκτούσε σύνορα με την Δυτική Ευρώπη και την ΕΟΚ.
Είναι σημαντική η τελευταία λεπτομέρεια της διαδικασίας. Η Βαρσοβία επιθυμούσε μια πανηγυρική υπογραφή της πράξεως με την παρουσία των πρέσβεων των 4 Μεγ. Δυνάμεων, εν είδει εγγυητών. Ο Genscher υπεγράμμισε ότι η αποδοχή της συμφωνίας αποτελούσε μια μείζονα παραχώρηση του Βερολίνου για την ειρήνη στην Ευρώπη. Όμως, η συνθήκη άφηνε εκτός Γερμανίας μεγάλες περιοχές από τις οποίες κατήγετο σημαντικός αριθμός Γερμανών υπηκόων (μεταξύ άλλων και η σύζυγός του). Ουσιαστικά τα άτομα αυτά έχαναν την πατρίδα τους, εξανεμίζοντο δε οι ελπίδες τους να την ξαναβρούν. Ως εκ τούτου, δεν ήταν δυνατόν στον υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας, να παρευρεθεί σε εορταστικές εκδηλώσεις με την ευκαιρία αυτή. Κατά συνέπεια, οι προετοιμασίες των εορτασμών ακυρώθηκαν! Η εξωτερίκευση αυτή του Genscher υπήρξε αποκαλυπτική. Κατεδείκνυε ότι έναντι των δικαίων αιτημάτων της Πολωνίας, με όλες τις ουλές που είχε αφήσει η ιστορία, υπήρχε ο αντίλογος μιας πραγματικότητος που πονούσε!
Στις 17 Ιουνίου 1991 υπεγράφη στη Βόννη η Συνθήκη Καλής Γειτονίας και Φιλικής Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Ένα σημαντικό κεφάλαιο της μεταπολεμικής Ευρωπαϊκής ιστορίας ρυθμιζόταν οριστικά.
Η αποστολή μου στη Βαρσοβία έληξε τον Απρίλιο του 1990. Εκλήθην στην Αθήνα, ως Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείο του Αναπληρωτού Υπ. Εξωτερικών. Λίγο αργότερα, ο υπουργός Αντώνης Σαμαράς μου ενεπιστεύθη τη Διεύθυνση Βαλκανίων και Ανατολικής Ευρώπης. Άλλες προκλήσεις με περίμεναν στη Διεύθυνση αυτή, εφ΄ όσον η θητεία μου εκεί συνέπεσε με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και το «Μακεδονικό». Από τη Βαρσοβία μου έμεινε η πολύτιμη εμπειρία του εκδημοκρατισμού της Ευρώπης, και η φιλία με πολλά πρόσωπα της πολωνικής intelligentsia. Όπως και με τον μετέπειτα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Aleksander Kwasniewski. Ας προσθέσω, ως επίλογο, ότι όταν το 2007 συμμετέσχον ως Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως, σε ένα συνέδριο της Frontex στην πολωνική πρωτεύουσα, ζήτησα να επισκεφθώ τον στρατηγό Jaruzelski, ύστατη χειρονομία μου προς τον άνθρωπο εκείνον που συνέβαλε τόσο αποφασιστικά στις εξελίξεις της Ηπείρου μας. Με υποδέχθηκε πολύ θερμά. Ήταν μια μεγάλη ικανοποίηση για εμένα.
Polish Transformation
Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Σημειώσεις
- Στο πλαίσιο της πολιτικής αυτής τον Σεπτέμβριο 1987, ο στρατηγός Jaruzelski πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα. ↩︎
- Η Πολωνία είχε το υψηλότερο ποσοστό εξωτερικού χρέους στην Ευρώπη. ↩︎
- Ο λαός δεν πίστεψε στην ειλικρίνεια του Κόμματος. Για την εγκυρότητα του αποτελέσματος απητείτο η απόλυτη πλειοψηφία των εγγεγραμμένων. Τελικώς η συμμετοχή και οι θετικές ψήφοι περιορίσθηκαν κάτω του νομίμου. ↩︎
- Ας σημειωθεί ότι, όπως συνηθίζετο στην Βαρσοβία, όλο το διπλωματικό σώμα προσεκλήθη στην άφιξη και την αναχώρηση του Ρώσου ηγέτη. Αυτό που μπορέσαμε να διαισθανθούμε ήταν μία καλοπροαίρετη διάθεσή του. Τουναντίον, η αντίστοιχη παρουσία του Γάλλου προέδρου Mitterrand, υπέδειξε μια μάλλον δύσπεπτη προσωπικότητα. ↩︎
- Ο 100στός ήταν ένας ανεξάρτητος, Πολωνός της διασποράς. ↩︎
- Κατόπιν αιτήματος της Μόσχας για στρατηγικούς λόγους, μεταφοράς δηλ. στρατευμάτων του Συμφώνου της Βαρσοβίας. ↩︎